ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΙΩΡΓΟ ΤΣΙΑΚΑΛΟ
(Τη συνέντευξη πήρε ο Αδάμος Ζαχαριάδης για την http://www.epohi.gr)
«Ελπίζω ότι τα πρώτα θύματα θα μας υποχρεώσουν να πάψουμε να ασχολούμαστε κυρίως με τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους οι "φιλόσοφοι" αυτάρεσκα ερμηνεύουν "το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής" και θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στη διαμόρφωση μιας πολιτικής πράξης που θα εξαφανίσει το ναζισμό», λέει, μεταξύ άλλων, στην «Εποχή», ο καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Παράλληλα, αναφέρεται στις αλλαγές που επιχειρούνται στην εκπαίδευση και αναπτύσσει τις σκέψεις του σχετικά με τους τρόπους που η Αριστερά πρέπει να πορευθεί από δω και πέρα.
Την τελευταία βδομάδα γίναμε μάρτυρες μιας δολοφονίας από μέλος της Χρυσής Αυγής, ενώ είχαν ήδη προηγηθεί τα γεγονότα σε Μελιγαλά και Βουλή. Είχατε εκφράσει παλιότερα την άποψη ότι η Χρυσή Αυγή δεν θα παραμείνει για πολύ καιρό στο προσκήνιο. Σας προβληματίζει η «ανθεκτικότητα» αλλά και η αναβάθμιση των προκλήσεών της και πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί;
Παρακολουθώ συστηματικά τις ναζιστικές δραστηριότητες και συμμετέχω άμεσα στους αγώνες που γίνονται για την αντιμετώπισή τους. Δεν διστάζω, λοιπόν, να επαναλάβω λέξη προς λέξη αυτό που διατύπωσα πριν από περίπου ένα χρόνο, καθώς έχω πια πάμπολλες εμπειρίες που υποστηρίζουν την αρχική μου θέση: «Η Χρυσή Αυγή ήλθε, θα μείνει για λίγο και θα εξαφανιστεί – εάν για την επιβίωσή της υποχρεωθεί να στηριχθεί αποκλειστικά στις δικές της ιδέες και πράξεις». Έχω περιγράψει ποιες είναι αυτές και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν με επιτυχία. Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα με υποχρεώνει να υπενθυμίσω και την επιφύλαξη που συνόδευε την παραπάνω βεβαιότητά μου: «Η μοναδική επιφύλαξη για τη γρήγορη εξαφάνισή της πηγάζει από το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα της επιτυχίας της είναι αποτέλεσμα του τρόπου αντιμετώπισής της, που παράγει διαρκώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκει». Αυτό λοιπόν που με προβληματίζει είναι η επιμονή σε εντελώς αντιπαραγωγικές -όχι απλώς αναποτελεσματικές- πολιτικές αντιμετώπισης της Χρυσής Αυγής που συμβάλλουν στην ενδυνάμωσή της. Γι’ αυτό, δυστυχώς, πιο επίκαιρη έγινε η άλλη φράση που χρησιμοποίησα πολλές φορές στις τοποθετήσεις μου: «Το ερώτημα δεν είναι εάν θα ηττηθεί και θα εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη η ναζιστική έκφανση της ακροδεξιάς στην Ελλάδα –είναι δεδομένο ότι θα ηττηθεί και θα εξαφανιστεί. Το ερώτημα είναι πόσα θύματα θα θρηνήσουμε μέχρι τότε».
Και έχουμε μετρήσει, δυστυχώς, ήδη αρκετά θύματα...
Όσοι και όσες συμμετέχουμε στο κίνημα υποστήριξης των μεταναστών και των μεταναστριών είχαμε ήδη αρχίσει να μετρούμε τα θύματα εδώ και καιρό. Με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα άρχισε πια να μετράει δυνατά και το πανελλήνιο. Ελπίζω ότι τα πρώτα θύματα θα μας υποχρεώσουν να πάψουμε να ασχολούμαστε κυρίως με τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους οι «φιλόσοφοι» αυτάρεσκα ερμηνεύουν «το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής» και θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στη διαμόρφωση μιας πολιτικής πράξης που θα εξαφανίσει το ναζισμό. Σ’ αυτόν τον τομέα η Αριστερά έχει γνώση, η οποία δεν περιορίζεται στα «διδάγματα που πρέπει να βγάλει από τα λάθη της του παρελθόντος» –όπως πάντα προσπαθούν να υποβάλουν οι αντίπαλοί της και συχνά αποδέχονται οι ίδιοι οι αριστεροί- αλλά, αντίθετα, θεμελιώνεται κυρίως στις εμπειρίες των νικηφόρων αγώνων της σε πολλές χώρες και στην εργασία πολλών χιλιάδων δημοκρατικών επιστημόνων σε ολόκληρο τον κόσμο. Χρειαζόμαστε τη στροφή προς αυτή τη γνώση και αυτή την πολιτική χωρίς καμιά καθυστέρηση.
Ιδεολογικές καταβολές
Σε ποια λάθη και παραλείψεις αναφέρεστε και τι πιστεύετε πως πρέπει να γίνει;
Διαπιστώνω ότι οι διάφορες προσπάθειες ερμηνείας και αντιμετώπισης του «φαινομένου» της ναζιστικής ακροδεξιάς στη σημερινή Ελλάδα διακρίνονται από παραγνώριση του γεγονότος ότι η γένεση, ενδυνάμωση και εμφάνιση της ναζιστικής ακροδεξιάς είναι αποτέλεσμα πολυδιάστατων διαδικασιών. Πρόκειται για διαδικασίες που έλαβαν και λαμβάνουν χώρα σε πολλούς κοινωνικούς χώρους -όπως είναι η εκπαίδευση, η επιστήμη, η αγορά εργασίας, ο λόγος των ΜΜΕ- και συμβάλλουν αφενός στην ενίσχυση ορισμένων ιδεολογιών και αφετέρου στην αποδυνάμωση άλλων. Π.χ. το εγχείρημα αναθεώρησης της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, που είχε μεγάλη προβολή από ισχυρά ΜΜΕ, προφανώς συνέβαλε στην αποδυνάμωση της μεγάλης ηθικής και πολιτικής σημασίας που είχε η αντίσταση και η νίκη κατά του ναζισμού. Η αδιαφορία και η ελαφρότητα, με την οποία αντιμετωπίστηκαν τέτοια φαινόμενα στο πρόσφατο παρελθόν, έρχεται να συμπληρωθεί σήμερα με την υποβάθμιση του γεγονότος ότι η Χρυσή Αυγή ως ναζιστική οργάνωση έχει ιδεολογία και άρα πρέπει να αντιμετωπιστεί ανάλογα, δηλαδή με πλήρη αποδόμηση των βασικών της ιδεολογικών χαρακτηριστικών.
Ποια είναι η ρίζα αυτών των χαρακτηριστικών;
Υπενθυμίζω ότι η συμβατική ημερομηνία γένεσης αυτής της ιδεολογίας, που οριοθετείται με την έκδοση του έργου «Δοκίμιο για την ανισότητα των φυλών» του Ντε Γκομπινό, είναι πολύ κοντά στην ημερομηνία έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου. Ο Ντε Γκομπινό με το έργο του ήλθε να προτείνει την ανάγνωση της ανθρώπινης ιστορίας ως μια αλληλουχία συγκρούσεων ανάμεσα σε φυλές που από τη βιολογική φύση τους έχουν, δήθεν, διαφορετικές ικανότητες δημιουργίας πολιτισμού. Με την κατασκευή αυτή επιχειρήθηκε η άρνηση της πάλης των τάξεων και της ύπαρξης διαφορετικών συμφερόντων ανάμεσα στους κεφαλαιοκράτες και τους εργάτες και, αντίθετα, κατασκευάστηκε μια κοινότητα συμφερόντων με βάση αυτό που αποκαλούν «κοινή φυλετική καταγωγή». Αυτά εξέθρεψαν το ναζισμό στο μεσοπόλεμο και αυτά, προσαρμοσμένα στην ελληνική πραγματικότητα, εκπροσωπούνται και διδάσκονται από τη Χρυσή Αυγή. Όποιος δεν το λαμβάνει αυτό υπόψη επιχειρηματολογεί άγονα επειδή κινείται σε διαφορετικό πεδίο από εκείνο στο οποίο δραστηριοποιείται η ναζιστική ακροδεξιά κερδίζοντας οπαδούς, ιδιαίτερα από τις νεώτερες ηλικίες που δεν έχουν ακόμη πολλές προσωπικές κοινωνικές εμπειρίες.
Μήπως, όμως, σήμερα είναι άλλα τα χαρακτηριστικά εκείνα, που προσελκύουν νέους στη Χρυσή Αυγή;
Γνωρίζω την αντίρρηση που λέει «σιγά να μη γνωρίζουν τις φιλοσοφικές αρχές του ναζισμού οι νέοι που προσελκύονται από τη Χρυσή Αυγή». Η υποτίμηση αυτή δεν αποτελεί απλώς λάθος, αφαιρεί κυρίως από την Αριστερά, αλλά και από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, το κύριο όπλο που έχουν απέναντι στο ναζισμό: την ιδέα της ισότητας των ανθρώπων και της δυνατότητάς τους να συμμετέχουν στη διαμόρφωση της κοινωνίας, σε αντίθεση με τη Χρυσή Αυγή που υποστηρίζει «τους αιώνιους νόμους της φύσης», όπου επικρατεί ο ισχυρός, ενώ ο αδύναμος οφείλει να υποτάσσεται ή συχνά και να εξοντώνεται. Είχα την ευκαιρία να μιλήσω και να συζητήσω με μαθητές και μαθήτριες δεκάδων τάξεων Λυκείου σε πολλές πόλεις της χώρας και να διαπιστώσω πόσο μεγάλη σημασία έχει η ενασχόληση με τις βασικές αρχές των κοσμοθεωριών που αποτελούν το θεμέλιο της πολιτικής πράξης. Πρέπει να επισημάνω ότι τα αποτελέσματα τέτοιων συζητήσεων ήταν θετικά και άμεσα ακόμη και σε παιδιά που αισθάνονταν προηγουμένως ότι θέλγονταν από κάποια στοιχεία της Χρυσής Αυγής. Ήταν θετικά όταν από κοινού ανακαλύπταμε τη μοιρολατρία και την απαξίωση του ανθρώπου που κρύβεται πίσω από τις δήθεν ηρωικές φυλετικές προσεγγίσεις του ναζισμού. Ήταν θετικά όταν από κοινού ανακαλύπταμε πόσο στρεβλή και προσβλητική είναι η εικόνα της ελληνικής αρχαιότητας, που επιχείρησε να ζωγραφίσει ο Χίτλερ και υιοθετούν σήμερα οι απαίδευτοι Χρυσαυγίτες. Ήταν θετικά όταν παίρναμε μία-μία τις θέσεις της Χρυσής Αυγής, ψάχναμε να βρούμε τη θεμελίωσή τους, τις εξετάζαμε στο φως του ορθού λόγου και της επιστήμης και σκιαγραφούσαμε τις συνέπειές τους για τη χώρα και τον κάθε άνθρωπο χωριστά. Αυτό πρέπει να γίνει παντού εφόσον γνωρίζουμε ότι ο ναζισμός είναι πολιτικό κίνημα που, ασφαλώς, έχει χαρακτηριστικά εγκληματικού υπόκοσμου, αλλά είναι επίσης ένα ιδεολογικό ρεύμα που αρδεύτηκε ακόμη και από το ρομαντισμό και υπηρετήθηκε από επιστήμονες, λογοτέχνες και εικαστικούς καλλιτέχνες.
Μήπως η δημόσια υπερπροβολή της Χρυσής Αυγής, την κάνει να εμφανίζεται πιο «ανθρώπινη» και την καθιστά ελκυστικότερη;
Όλες οι εμπειρίες δείχνουν ότι σε άμεση αντιπαράθεση ο ναζισμός ηττάται πάντοτε από τις δικές μας ιδέες και τα δικά μας επιχειρήματα σε όλους τους τομείς. Αλλά για να γίνει αυτό είμαστε υποχρεωμένοι και υποχρεωμένες να κατανοήσουμε ότι η ήττα του δεν θα έρθει από μόνη της με το πέρασμα του χρόνου και χωρίς τη δική μας συμβολή. Η άποψη ότι όταν τους αφήνεις να μιλούν δημόσια στην τηλεόραση τότε «αυτοαπακαλύπτονται» δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, η αλήθεια είναι ότι τότε δίνουν την εντύπωση ότι έχουν τη δύναμη να επιβληθούν παντού. Η δημιουργία της εντύπωσης ότι έχουν τη δύναμη να επιβληθούν και, συνεπώς, έχουν τη δύναμη να εκφοβίσουν και να «τιμωρήσουν» όσους αντιστέκονται ή να «θέσουν υπό την προστασία τους» όσους συμπορεύονται, αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής τους, όπως ακριβώς συνέβαινε με τους ναζί του Χίτλερ. Οι επιθέσεις και οι δολοφονίες δεν είναι ούτε τυχαίες ούτε «επικοινωνιακό λάθος τους», όπως άκουσα να λέγεται σε σχέση με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Είναι συστατικό στοιχείο τόσο της ιδεολογίας τους όσο και της στρατηγικής τους. Γι’ αυτό πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν με κάθε μέσο και σε κάθε τομέα.
Το «καταραμένο 1789»
Ακόμα και μετά τα τελευταία γεγονότα διάφοροι κυβερνητικοί και δημοσιογραφικοί κύκλοι συνεχίζουν να αναφέρονται στη «θεωρία των δύο άκρων». Τελικά, πόσο επικίνδυνο είναι αυτό για τη δημοκρατία στην Ελλάδα;
Όποιος χρησιμοποιεί αυτή τη θεωρία νομιμοποιεί, ίσως άθελά του, την ύπαρξη της Χρυσής Αυγής στον πολιτικό χάρτη της χώρας. Τη νομιμοποιεί επειδή με τη θεωρία αυτή σχεδιάζει τον πολιτικό χάρτη μιας δημοκρατικής χώρας σαν να ήταν ένα μια γραμμή στην οποία έχει θέση στη μία άκρη ο ναζισμός και στην άλλη η Αριστερά. Όμως, με την κατασκευή αυτή εγκαταλείπεται η κοινή άποψη που διαμορφώθηκε με τον αντιφασιστικό πόλεμο και τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη ότι ο Ναζισμός δεν έχει θέση στον πολιτικό χάρτη ενός δημοκρατικού κράτους αλλά βρίσκεται εκτός αυτού καθώς απορρίπτει τη βασική αρχή της ισότητας των ανθρώπων, ακόμη και το αυτονόητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου στη ζωή. Αυτή είναι η βασική διαφορά που δεν γεφυρώνεται με τίποτε. Όποιος αποκρύβει αυτή την αλήθεια αφήνει ανοιχτό το παράθυρο σε διαφοροποιήσεις τύπου «σοβαρή και μη σοβαρή Χρυσή Αυγή». Αυτό είναι πράγματι πολύ επικίνδυνο για τη Δημοκρατία, διότι υποβαθμίζει, παραμερίζει και ακυρώνει τη κύρια αρχή λειτουργίας της Δημοκρατίας, που είναι η αρχή της ισότητας των ανθρώπων, όπως μας την κληροδότησε η Γαλλική επανάσταση. Είναι χαρακτηριστικό για τους ναζιστές ότι μιλούν για το «καταραμένο 1789», δηλαδή το έτος της Γαλλικής επανάστασης που έφερε την αρχή της ισότητας των ανθρώπων, και ότι χαρακτηρίζουν το Χριστιανισμό «μπολσεβικισμό της αρχαιότητας», επειδή αυτός πρώτος μίλησε για την ισότητα. Αυτό πρέπει να κάνει σαφές στο δημόσιο λόγο η Αριστερά. Από τη φύση της βρίσκεται μετωπικά απέναντι από τη Χρυσή Αυγή, και την ίδια ασυμβίβαστη αντιπαλότητα σε κάθε τομέα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής προσδοκεί να έχουν και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις. Το γεγονός ότι στο δημόσιο λόγο κυριαρχεί η μεταφορική εικόνα μιας «γραμμής με δύο άκρα» που επέβαλαν τα άλλα κόμματα και όχι δύο «αντίπαλων κόσμων», που είναι η αντιφασιστική κληρονομιά, αποτελεί δείκτη ηγεμονίας των άλλων δυνάμεων στον τομέα αυτό, σύμφωνα με τη διαπίστωση του Ερνστ Μπλοχ ότι η ηγεμονία αποδεικνύεται από το γεγονός ότι «ακόμη και όσοι διαφωνούν μ’ αυτήν αναφέρονται στην κυρίαρχη άποψη». Αυτό πρέπει ν’ αλλάξει, αλλά δεν θ’ αλλάξει με εκκλήσεις, θα αλλάξει μόνο με μια συγκροτημένη θεωρία της πράξης και μια καθημερινή συμπεριφορά των αριστερών που προσιδιάζει στην εικόνα της κοινωνίας που επαγγέλλονται.
Αριστερά και κυβέρνηση
Για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, η ελληνική Αριστερά βρίσκεται τόσο κοντά στην ανάληψη κυβερνητικών καθηκόντων. Τι πρέπει να γίνει προκειμένου να μην διαψεύσει τις λαϊκές προσδοκίες;
Το πιο δύσκολο ερώτημα για την Αριστερά ήταν πάντοτε και συνεχίζει να είναι «τι θα κάνει μετά την ανάληψη κυβερνητικών καθηκόντων». Η δυσκολία δεν έχει σχέση με την τεχνογνωσία των στελεχών της ή, τουλάχιστον, δεν είναι αυτό το κύριο πρόβλημα. Έχει σχέση με το γεγονός ότι η απάντηση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, με σημαντικότερους απ’ αυτούς τα χαρακτηριστικά της πορείας που οδήγησε την Αριστερά στην κυβέρνηση και τις προσδοκίες που είχαν από αυτήν όσοι την έφεραν στην κυβέρνηση. Δηλαδή, εξαρτάται από την απάντηση στο ερώτημα εάν ήταν ένα κίνημα ανθρώπων που ενστερνίστηκαν τις δικές της ιδέες για τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας ή ήταν πράξη ανθρώπων που έβλεπαν σ’ αυτήν τη μόνη δυνατότητα καλής διαχείρισης των προβλημάτων τους στο ίδιο παλιό πλαίσιο. Φυσικά, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα από τις δύο «καθαρές» περιπτώσεις που παρέθεσα, αλλά παραμένει η αλήθεια ότι η υπαρκτή αγωνία της Αριστεράς να αποφύγει τη διάψευση «των λαϊκών προσδοκιών» ασκώντας ταυτόχρονα αριστερή πολιτική εξαρτάται από το βαθμό επιτυχίας της προηγουμένως στον ιδεολογικό τομέα.
Είστε αισιόδοξος;
Δεν κρύβω ότι προσωπικά απογοητεύομαι καμιά φορά όταν παρακολουθώ παρεμβάσεις στελεχών της σε συζητήσεις στην τηλεόραση. Από την άλλη μεριά παίρνω θάρρος όταν βλέπω τους προβληματισμούς και τη δουλειά πάρα πολλών αριστερών στις κοινωνίες που ζουν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που βίωσα την προηγούμενη εβδομάδα όταν ήμουν στην Καστοριά για μια αντιναζιστική εκδήλωση. Είδα αριστερούς να αναζωογονούν στην καθημερινή τους δουλειά και στην προσωπική τους ζωή την έννοια του αγροτικού συνεταιρισμού χωρίς τη γραφειοκρατία του παρελθόντος, είδα αριστερούς να προβληματίζονται και να συμμετέχουν σε διεθνή δίκτυα για να προωθήσουν την ανάπτυξη της καινοτομίας στη χώρα μας και να την εντάξουν στα προσωπικά τους σχέδια ζωής, και διαπίστωσα ταυτόχρονα την αγωνία τους εάν η ηγεσία της Αριστεράς θα κατανοήσει αυτές τις αλλαγές και θα συμβάλει στην ανάπτυξη παρόμοιων πρωτοβουλιών ή, αντίθετα, θα περιοριστεί σε μια εντιμότερη διαχείριση αυτών που θα παραλάβει εάν έλθει στην κυβέρνηση. Η απάντηση, λοιπόν, στο ερώτημα «πώς δεν θα διαψεύσει η Αριστερά τις προσδοκίες» δεν βρίσκεται στο «τι πρέπει να κάνει όταν έλθει στην κυβέρνηση», αλλά «τι πρέπει να κάνει ήδη σήμερα στην πορεία της για την ανάληψη της εξουσίας». Γιατί η ανάληψη της εξουσίας έχει μόνο τότε νόημα για την Αριστερά, όταν εντάσσεται στο μεγάλο εγχείρημα διαμόρφωσης της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ταφόπετρα στις δυνατότητες της εκπαίδευσης
Πώς βλέπετε τις αλλαγές στην παιδεία και τι αντίκτυπο θεωρείτε ότι θα έχουν στην κοινωνία και κυρίως στις μελλοντικές γενιές; Θα επικεντρωθώ σε ένα μόνο θέμα λόγω της επίκαιρης σημασίας του. Γνωρίζω από την επιστημονική μου ενασχόληση ότι η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας περνάει μέσα από τη μεταρρύθμιση και αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Για την Αριστερά δεν αποτελεί, βέβαια, κάτι το καινούριο, καθώς πάντοτε είχε τη θέση ότι το δικό της όραμα για την Παιδεία, που έγινε πολλές φορές πραγματικότητα σε σχολεία προοδευτικών παιδαγωγών, υπηρετεί την πορεία προς μια ανθρώπινη κοινωνία απελευθερώνοντας ταυτόχρονα και αναβαθμίζοντας τις παραγωγικές δυνάμεις. Έχοντας αυτό ως δεδομένο, διαπιστώνω ότι πρόσφατες αλλαγές, που όπως λένε οι κυβερνώντες υπαγορεύονται από την οικονομική κατάσταση, βάζουν ταφόπετρα στις δυνατότητες της εκπαίδευσης να συμβάλει προς την κατεύθυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Με την έννοια αυτή, δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να ασχοληθεί κανείς με το κάθε μέτρο χωριστά. Θεωρώ ότι από όλα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας αυτό που θα έχει τις πιο αρνητικές συνέπειες πολύ μακράς διάρκειας είναι η υποβάθμιση της εκπαίδευσης. Αν δεν αντιστραφεί γρήγορα η πορεία αυτή, τότε οι δυνατότητες της χώρας να ορθοποδήσει θα μειωθούν δραματικά για μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων. Αλλά για να αντιστραφεί αυτή η πορεία πρέπει οι προτάσεις για αλλαγή να συνεπαίρνουν τους ανθρώπους, όπως συνέβη πολλές φορές στο παρελθόν στη δική μας χώρα. Αυτό προς το παρόν δεν το βλέπω, καθώς ακόμη και η Αριστερά λειτουργεί σαν να είναι δυνατόν η υπόθεση της Παιδείας να περιορίζεται, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, στη διαχείριση των αρνητικών που επέφερε η μνημονιακή πολιτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου