Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Δεν υπάρχουν δύο άκρα, υπάρχουν αντίπαλοι κόσμοι


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΙΩΡΓΟ ΤΣΙΑΚΑΛΟ
(Τη συ­νέ­ντευ­ξη πή­ρε ο Αδά­μος Ζα­χα­ριά­δης για την http://www.epohi.gr)

«Ελπί­ζω ό­τι τα πρώ­τα θύ­μα­τα θα μας υ­πο­χρεώ­σουν να πά­ψου­με να α­σχο­λού­μα­στε κυ­ρίως με τους δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους με τους ο­ποίους οι "φι­λό­σο­φοι" αυ­τά­ρε­σκα ερ­μη­νεύουν "το φαι­νό­με­νο της Χρυ­σής Αυ­γής" και θα ε­πι­κε­ντρώ­σου­με την προ­σο­χή μας στη δια­μόρ­φω­ση μιας πο­λι­τι­κής πρά­ξης που θα ε­ξα­φα­νί­σει το να­ζι­σμό», λέει, με­τα­ξύ άλ­λων, στην «Επο­χή», ο κα­θη­γη­τής του Αρι­στο­τε­λείου Πα­νε­πι­στη­μίου Θεσ­σα­λο­νί­κης. Πα­ράλ­λη­λα, α­να­φέ­ρε­ται στις αλ­λα­γές που ε­πι­χει­ρού­νται στην εκ­παί­δευ­ση και α­να­πτύσ­σει τις σκέ­ψεις του σχε­τι­κά με τους τρό­πους που η Αρι­στε­ρά πρέ­πει να πο­ρευ­θεί α­πό δω και πέ­ρα.
Την τε­λευ­ταία βδο­μά­δα γί­να­με μάρ­τυ­ρες μιας δο­λο­φο­νίας α­πό μέ­λος της Χρυ­σής Αυ­γής, ε­νώ εί­χαν ή­δη προ­η­γη­θεί τα γε­γο­νό­τα σε Με­λι­γα­λά και Βου­λή. Εί­χα­τε εκ­φρά­σει πα­λιό­τε­ρα την ά­πο­ψη ό­τι η Χρυ­σή Αυ­γή δεν θα πα­ρα­μεί­νει για πο­λύ και­ρό στο προ­σκή­νιο. Σας προ­βλη­μα­τί­ζει η «αν­θε­κτι­κό­τη­τα» αλ­λά και η α­να­βάθ­μι­ση των προ­κλή­σεών της και πώς πι­στεύε­τε ό­τι πρέ­πει να α­ντι­με­τω­πι­στεί;
Πα­ρα­κο­λου­θώ συ­στη­μα­τι­κά τις να­ζι­στι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες και συμ­με­τέ­χω ά­με­σα στους α­γώ­νες που γί­νο­νται για την α­ντι­με­τώ­πι­σή τους. Δεν δι­στά­ζω, λοι­πόν, να ε­πα­να­λά­βω λέ­ξη προς λέ­ξη αυ­τό που δια­τύ­πω­σα πριν α­πό πε­ρί­που έ­να χρό­νο, κα­θώς έ­χω πια πά­μπολ­λες ε­μπει­ρίες που υ­πο­στη­ρί­ζουν την αρ­χι­κή μου θέ­ση: «Η Χρυ­σή Αυ­γή ήλ­θε, θα μεί­νει για λί­γο και θα ε­ξα­φα­νι­στεί – εάν για την ε­πι­βίω­σή της υ­πο­χρεω­θεί να στη­ρι­χθεί α­πο­κλει­στι­κά στις δι­κές της ι­δέες και πρά­ξεις». Έχω πε­ρι­γρά­ψει ποιες εί­ναι αυ­τές και πώς μπο­ρούν να α­ντι­με­τω­πι­στούν με ε­πι­τυ­χία. Δυ­στυ­χώς, ό­μως, η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα με υ­πο­χρεώ­νει να υ­πεν­θυ­μί­σω και την ε­πι­φύ­λα­ξη που συ­νό­δευε την πα­ρα­πά­νω βε­βαιό­τη­τά μου: «Η μο­να­δι­κή ε­πι­φύ­λα­ξη για τη γρή­γο­ρη ε­ξα­φά­νι­σή της πη­γά­ζει α­πό το γε­γο­νός ό­τι έ­να με­γά­λο τμή­μα της ε­πι­τυ­χίας της εί­ναι α­πο­τέ­λε­σμα του τρό­που α­ντι­με­τώ­πι­σής της, που πα­ρά­γει διαρ­κώς α­ντί­θε­τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα α­πό αυ­τά που ε­πι­διώ­κει». Αυ­τό λοι­πόν που με προ­βλη­μα­τί­ζει εί­ναι η ε­πι­μο­νή σε ε­ντε­λώς α­ντι­πα­ρα­γω­γι­κές -ό­χι α­πλώς α­να­πο­τε­λε­σμα­τι­κές- πο­λι­τι­κές α­ντι­με­τώ­πι­σης της Χρυ­σής Αυ­γής που συμ­βάλ­λουν στην εν­δυ­νά­μω­σή της. Γι’ αυ­τό, δυ­στυ­χώς, πιο ε­πί­και­ρη έ­γι­νε η άλ­λη φρά­ση που χρη­σι­μο­ποίη­σα πολ­λές φο­ρές στις το­πο­θε­τή­σεις μου: «Το ε­ρώ­τη­μα δεν εί­ναι εάν θα ητ­τη­θεί και θα ε­ξα­φα­νι­στεί α­πό τον πο­λι­τι­κό χάρ­τη η να­ζι­στι­κή έκ­φαν­ση της α­κρο­δε­ξιάς στην Ελλά­δα –εί­ναι δε­δο­μέ­νο ό­τι θα ητ­τη­θεί και θα ε­ξα­φα­νι­στεί. Το ε­ρώ­τη­μα εί­ναι πό­σα θύ­μα­τα θα θρη­νή­σου­με μέ­χρι τό­τε».

Και έ­χου­με με­τρή­σει, δυ­στυ­χώς, ή­δη αρ­κε­τά θύ­μα­τα...
Όσοι και ό­σες συμ­με­τέ­χου­με στο κί­νη­μα υ­πο­στή­ρι­ξης των με­τα­να­στών και των με­τα­να­στριών εί­χα­με ή­δη αρ­χί­σει να με­τρού­με τα θύ­μα­τα ε­δώ και και­ρό. Με τη δο­λο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα άρ­χι­σε πια να με­τρά­ει δυ­να­τά και το πα­νελ­λή­νιο. Ελπί­ζω ό­τι τα πρώ­τα θύ­μα­τα θα μας υ­πο­χρεώ­σουν να πά­ψου­με να α­σχο­λού­μα­στε κυ­ρίως με τους δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους με τους ο­ποίους οι «φι­λό­σο­φοι» αυ­τά­ρε­σκα ερ­μη­νεύουν «το φαι­νό­με­νο της Χρυ­σής Αυ­γής» και θα ε­πι­κε­ντρώ­σου­με την προ­σο­χή μας στη δια­μόρ­φω­ση μιας πο­λι­τι­κής πρά­ξης που θα ε­ξα­φα­νί­σει το να­ζι­σμό. Σ’ αυ­τόν τον το­μέα η Αρι­στε­ρά έ­χει γνώ­ση, η ο­ποία δεν πε­ριο­ρί­ζε­ται στα «δι­δάγ­μα­τα που πρέ­πει να βγά­λει α­πό τα λά­θη της του πα­ρελ­θό­ντος» –ό­πως πά­ντα προ­σπα­θούν να υ­πο­βά­λουν οι α­ντί­πα­λοί της και συ­χνά α­πο­δέ­χο­νται οι ί­διοι οι α­ρι­στε­ροί- αλ­λά, α­ντί­θε­τα, θε­με­λιώ­νε­ται κυ­ρίως στις ε­μπει­ρίες των νι­κη­φό­ρων α­γώ­νων της σε πολ­λές χώ­ρες και στην ερ­γα­σία πολ­λών χι­λιά­δων δη­μο­κρα­τι­κών ε­πι­στη­μό­νων σε ο­λό­κλη­ρο τον κό­σμο. Χρεια­ζό­μα­στε τη στρο­φή προς αυ­τή τη γνώ­ση και αυ­τή την πο­λι­τι­κή χω­ρίς κα­μιά κα­θυ­στέ­ρη­ση.

Ιδε­ο­λο­γι­κές κα­τα­βο­λές

Σε ποια λά­θη και πα­ρα­λεί­ψεις α­να­φέ­ρε­στε και τι πι­στεύε­τε πως πρέ­πει να γί­νει;
Δια­πι­στώ­νω ό­τι οι διά­φο­ρες προ­σπά­θειες ερ­μη­νείας και α­ντι­με­τώ­πι­σης του «φαι­νο­μέ­νου» της να­ζι­στι­κής α­κρο­δε­ξιάς στη ση­με­ρι­νή Ελλά­δα δια­κρί­νο­νται α­πό πα­ρα­γνώ­ρι­ση του γε­γο­νό­τος ό­τι η γέ­νε­ση, εν­δυ­νά­μω­ση και εμ­φά­νι­ση της να­ζι­στι­κής α­κρο­δε­ξιάς εί­ναι α­πο­τέ­λε­σμα πο­λυ­διά­στα­των δια­δι­κα­σιών. Πρό­κει­ται για δια­δι­κα­σίες που έ­λα­βαν και λαμ­βά­νουν χώ­ρα σε πολ­λούς κοι­νω­νι­κούς χώ­ρους -ό­πως εί­ναι η εκ­παί­δευ­ση, η ε­πι­στή­μη, η α­γο­ρά ερ­γα­σίας, ο λό­γος των ΜΜΕ- και συμ­βάλ­λουν α­φε­νός στην ε­νί­σχυ­ση ο­ρι­σμέ­νων ι­δε­ο­λο­γιών και α­φε­τέ­ρου στην α­πο­δυ­νά­μω­ση άλ­λων. Π.χ. το εγ­χεί­ρη­μα α­να­θεώ­ρη­σης της Ιστο­ρίας της Εθνι­κής Αντί­στα­σης, που εί­χε με­γά­λη προ­βο­λή α­πό ι­σχυ­ρά ΜΜΕ, προ­φα­νώς συ­νέ­βα­λε στην α­πο­δυ­νά­μω­ση της με­γά­λης η­θι­κής και πο­λι­τι­κής ση­μα­σίας που εί­χε η α­ντί­στα­ση και η νί­κη κα­τά του να­ζι­σμού. Η α­δια­φο­ρία και η ε­λα­φρό­τη­τα, με την ο­ποία α­ντι­με­τω­πί­στη­καν τέ­τοια φαι­νό­με­να στο πρό­σφα­το πα­ρελ­θόν, έρ­χε­ται να συ­μπλη­ρω­θεί σή­με­ρα με την υ­πο­βάθ­μι­ση του γε­γο­νό­τος ό­τι η Χρυ­σή Αυ­γή ως να­ζι­στι­κή ορ­γά­νω­ση έ­χει ι­δε­ο­λο­γία και ά­ρα πρέ­πει να α­ντι­με­τω­πι­στεί α­νά­λο­γα, δη­λα­δή με πλή­ρη α­πο­δό­μη­ση των βα­σι­κών της ι­δε­ο­λο­γι­κών χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών.

Ποια εί­ναι η ρί­ζα αυ­τών των χα­ρα­κτη­ρι­στι­κώ­ν;
Υπεν­θυ­μί­ζω ό­τι η συμ­βα­τι­κή η­με­ρο­μη­νία γέ­νε­σης αυ­τής της ι­δε­ο­λο­γίας, που ο­ριο­θε­τεί­ται με την έκ­δο­ση του έρ­γου «Δο­κί­μιο για την α­νι­σό­τη­τα των φυ­λών» του Ντε Γκο­μπι­νό, εί­ναι πο­λύ κο­ντά στην η­με­ρο­μη­νία έκ­δο­σης του Κομ­μου­νι­στι­κού Μα­νι­φέ­στου. Ο Ντε Γκο­μπι­νό με το έρ­γο του ήλ­θε να προ­τεί­νει την α­νά­γνω­ση της αν­θρώ­πι­νης ι­στο­ρίας ως μια αλ­λη­λου­χία συ­γκρού­σεων α­νά­με­σα σε φυ­λές που α­πό τη βιο­λο­γι­κή φύ­ση τους έ­χουν, δή­θεν, δια­φο­ρε­τι­κές ι­κα­νό­τη­τες δη­μιουρ­γίας πο­λι­τι­σμού. Με την κα­τα­σκευή αυ­τή ε­πι­χει­ρή­θη­κε η άρ­νη­ση της πά­λης των τά­ξεων και της ύ­παρ­ξης δια­φο­ρε­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων α­νά­με­σα στους κε­φα­λαιο­κρά­τες και τους ερ­γά­τες και, α­ντί­θε­τα, κα­τα­σκευά­στη­κε μια κοι­νό­τη­τα συμ­φε­ρό­ντων με βά­ση αυ­τό που α­πο­κα­λούν «κοι­νή φυ­λε­τι­κή κα­τα­γω­γή». Αυ­τά ε­ξέ­θρε­ψαν το να­ζι­σμό στο με­σο­πό­λε­μο και αυ­τά, προ­σαρ­μο­σμέ­να στην ελ­λη­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, εκ­προ­σω­πού­νται και δι­δά­σκο­νται α­πό τη Χρυ­σή Αυ­γή. Όποιος δεν το λαμ­βά­νει αυ­τό υ­πό­ψη ε­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γεί ά­γο­να ε­πει­δή κι­νεί­ται σε δια­φο­ρε­τι­κό πε­δίο α­πό ε­κεί­νο στο ο­ποίο δρα­στη­ριο­ποιεί­ται η να­ζι­στι­κή α­κρο­δε­ξιά κερ­δί­ζο­ντας ο­πα­δούς, ι­διαί­τε­ρα α­πό τις νεώ­τε­ρες η­λι­κίες που δεν έ­χουν α­κό­μη πολ­λές προ­σω­πι­κές κοι­νω­νι­κές ε­μπει­ρίες.

Μή­πως, ό­μως, σή­με­ρα εί­ναι άλ­λα τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ε­κεί­να, που προ­σελ­κύουν νέ­ους στη Χρυ­σή Αυ­γή;
Γνω­ρί­ζω την α­ντίρ­ρη­ση που λέει «σι­γά να μη γνω­ρί­ζουν τις φι­λο­σο­φι­κές αρ­χές του να­ζι­σμού οι νέ­οι που προ­σελ­κύο­νται α­πό τη Χρυ­σή Αυ­γή». Η υ­πο­τί­μη­ση αυ­τή δεν α­πο­τε­λεί α­πλώς λά­θος, α­φαι­ρεί κυ­ρίως α­πό την Αρι­στε­ρά, αλ­λά και α­πό τις άλ­λες πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις, το κύ­ριο ό­πλο που έ­χουν α­πέ­να­ντι στο να­ζι­σμό: την ι­δέα της ι­σό­τη­τας των αν­θρώ­πων και της δυ­να­τό­τη­τάς τους να συμ­με­τέ­χουν στη δια­μόρ­φω­ση της κοι­νω­νίας, σε α­ντί­θε­ση με τη Χρυ­σή Αυ­γή που υ­πο­στη­ρί­ζει «τους αιώ­νιους νό­μους της φύ­σης», ό­που ε­πι­κρα­τεί ο ι­σχυ­ρός, ε­νώ ο α­δύ­να­μος ο­φεί­λει να υ­πο­τάσ­σε­ται ή συ­χνά και να ε­ξο­ντώ­νε­ται. Εί­χα την ευ­και­ρία να μι­λή­σω και να συ­ζη­τή­σω με μα­θη­τές και μα­θή­τριες δε­κά­δων τά­ξεων Λυ­κείου σε πολ­λές πό­λεις της χώ­ρας και να δια­πι­στώ­σω πό­σο με­γά­λη ση­μα­σία έ­χει η ε­να­σχό­λη­ση με τις βα­σι­κές αρ­χές των κο­σμο­θεω­ριών που α­πο­τε­λούν το θε­μέ­λιο της πο­λι­τι­κής πρά­ξης. Πρέ­πει να ε­πι­ση­μά­νω ό­τι τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα τέ­τοιων συ­ζη­τή­σεων ή­ταν θε­τι­κά και ά­με­σα α­κό­μη και σε παι­διά που αι­σθά­νο­νταν προ­η­γου­μέ­νως ό­τι θέλ­γο­νταν α­πό κά­ποια στοι­χεία της Χρυ­σής Αυ­γής. Ήταν θε­τι­κά ό­ταν α­πό κοι­νού α­να­κα­λύ­πτα­με τη μοι­ρο­λα­τρία και την α­πα­ξίω­ση του αν­θρώ­που που κρύ­βε­ται πί­σω α­πό τις δή­θεν η­ρωι­κές φυ­λε­τι­κές προ­σεγ­γί­σεις του να­ζι­σμού. Ήταν θε­τι­κά ό­ταν α­πό κοι­νού α­να­κα­λύ­πτα­με πό­σο στρε­βλή και προ­σβλη­τι­κή εί­ναι η ει­κό­να της ελ­λη­νι­κής αρ­χαιό­τη­τας, που ε­πι­χεί­ρη­σε να ζω­γρα­φί­σει ο Χίτ­λερ και υιο­θε­τούν σή­με­ρα οι α­παί­δευ­τοι Χρυ­σαυ­γί­τες. Ήταν θε­τι­κά ό­ταν παίρ­να­με μία-μία τις θέ­σεις της Χρυ­σής Αυ­γής, ψά­χνα­με να βρού­με τη θε­με­λίω­σή τους, τις ε­ξε­τά­ζα­με στο φως του ορ­θού λό­γου και της ε­πι­στή­μης και σκια­γρα­φού­σα­με τις συ­νέ­πειές τους για τη χώ­ρα και τον κά­θε άν­θρω­πο χω­ρι­στά. Αυ­τό πρέ­πει να γί­νει πα­ντού ε­φό­σον γνω­ρί­ζου­με ό­τι ο να­ζι­σμός εί­ναι πο­λι­τι­κό κί­νη­μα που, α­σφα­λώς, έ­χει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ε­γκλη­μα­τι­κού υ­πό­κο­σμου, αλ­λά εί­ναι ε­πί­σης έ­να ι­δε­ο­λο­γι­κό ρεύ­μα που αρ­δεύ­τη­κε α­κό­μη και α­πό το ρο­μα­ντι­σμό και υ­πη­ρε­τή­θη­κε α­πό ε­πι­στή­μο­νες, λο­γο­τέ­χνες και ει­κα­στι­κούς καλ­λι­τέ­χνες.

Μή­πως η δη­μό­σια υ­περ­προ­βο­λή της Χρυ­σής Αυ­γής, την κά­νει να εμ­φα­νί­ζε­ται πιο «αν­θρώ­πι­νη» και την κα­θι­στά ελ­κυ­στι­κό­τε­ρη;
Όλες οι ε­μπει­ρίες δεί­χνουν ό­τι σε ά­με­ση α­ντι­πα­ρά­θε­ση ο να­ζι­σμός ητ­τά­ται πά­ντο­τε α­πό τις δι­κές μας ι­δέες και τα δι­κά μας ε­πι­χει­ρή­μα­τα σε ό­λους τους το­μείς. Αλλά για να γί­νει αυ­τό εί­μα­στε υ­πο­χρεω­μέ­νοι και υ­πο­χρεω­μέ­νες να κα­τα­νοή­σου­με ό­τι η ήτ­τα του δεν θα έρ­θει α­πό μό­νη της με το πέ­ρα­σμα του χρό­νου και χω­ρίς τη δι­κή μας συμ­βο­λή. Η ά­πο­ψη ό­τι ό­ταν τους α­φή­νεις να μι­λούν δη­μό­σια στην τη­λεό­ρα­ση τό­τε «αυ­το­α­πα­κα­λύ­πτο­νται» δεν α­ντα­πο­κρί­νε­ται στην α­λή­θεια, η α­λή­θεια εί­ναι ό­τι τό­τε δί­νουν την ε­ντύ­πω­ση ό­τι έ­χουν τη δύ­να­μη να ε­πι­βλη­θούν πα­ντού. Η δη­μιουρ­γία της ε­ντύ­πω­σης ό­τι έ­χουν τη δύ­να­μη να ε­πι­βλη­θούν και, συ­νε­πώς, έ­χουν τη δύ­να­μη να εκ­φο­βί­σουν και να «τι­μω­ρή­σουν» ό­σους α­ντι­στέ­κο­νται ή να «θέ­σουν υ­πό την προ­στα­σία τους» ό­σους συ­μπο­ρεύο­νται, α­πο­τε­λεί τον πυ­ρή­να της στρα­τη­γι­κής τους, ό­πως α­κρι­βώς συ­νέ­βαι­νε με τους να­ζί του Χίτ­λερ. Οι ε­πι­θέ­σεις και οι δο­λο­φο­νίες δεν εί­ναι ού­τε τυ­χαίες ού­τε «ε­πι­κοι­νω­νια­κό λά­θος τους», ό­πως ά­κου­σα να λέ­γε­ται σε σχέ­ση με τη δο­λο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα. Εί­ναι συ­στα­τι­κό στοι­χείο τό­σο της ι­δε­ο­λο­γίας τους ό­σο και της στρα­τη­γι­κής τους. Γι’ αυ­τό πρέ­πει ν’ α­ντι­με­τω­πι­στούν με κά­θε μέ­σο και σε κά­θε το­μέα.

Το «κα­τα­ρα­μέ­νο 1789»

Ακό­μα και με­τά τα τε­λευ­ταία γε­γο­νό­τα διά­φο­ροι κυ­βερ­νη­τι­κοί και δη­μο­σιο­γρα­φι­κοί κύ­κλοι συ­νε­χί­ζουν να α­να­φέ­ρο­νται στη «θεω­ρία των δύο ά­κρων». Τε­λι­κά, πό­σο ε­πι­κίν­δυ­νο εί­ναι αυ­τό για τη δη­μο­κρα­τία στην Ελλά­δα;
Όποιος χρη­σι­μο­ποιεί αυ­τή τη θεω­ρία νο­μι­μο­ποιεί, ί­σως ά­θε­λά του, την ύ­παρ­ξη της Χρυ­σής Αυ­γής στον πο­λι­τι­κό χάρ­τη της χώ­ρας. Τη νο­μι­μο­ποιεί ε­πει­δή με τη θεω­ρία αυ­τή σχε­διά­ζει τον πο­λι­τι­κό χάρ­τη μιας δη­μο­κρα­τι­κής χώ­ρας σαν να ή­ταν έ­να μια γραμ­μή στην ο­ποία έ­χει θέ­ση στη μία ά­κρη ο να­ζι­σμός και στην άλ­λη η Αρι­στε­ρά. Όμως, με την κα­τα­σκευή αυ­τή ε­γκα­τα­λεί­πε­ται η κοι­νή ά­πο­ψη που δια­μορ­φώ­θη­κε με τον α­ντι­φα­σι­στι­κό πό­λε­μο και τη με­γά­λη α­ντι­φα­σι­στι­κή νί­κη ό­τι ο Να­ζι­σμός δεν έ­χει θέ­ση στον πο­λι­τι­κό χάρ­τη ε­νός δη­μο­κρα­τι­κού κρά­τους αλ­λά βρί­σκε­ται ε­κτός αυ­τού κα­θώς α­πορ­ρί­πτει τη βα­σι­κή αρ­χή της ι­σό­τη­τας των αν­θρώ­πων, α­κό­μη και το αυ­το­νό­η­το δι­καίω­μα κά­θε αν­θρώ­που στη ζωή. Αυ­τή εί­ναι η βα­σι­κή δια­φο­ρά που δεν γε­φυ­ρώ­νε­ται με τί­πο­τε. Όποιος α­πο­κρύ­βει αυ­τή την α­λή­θεια α­φή­νει α­νοι­χτό το πα­ρά­θυ­ρο σε δια­φο­ρο­ποιή­σεις τύ­που «σο­βα­ρή και μη σο­βα­ρή Χρυ­σή Αυ­γή». Αυ­τό εί­ναι πράγ­μα­τι πο­λύ ε­πι­κίν­δυ­νο για τη Δη­μο­κρα­τία, διό­τι υ­πο­βαθ­μί­ζει, πα­ρα­με­ρί­ζει και α­κυ­ρώ­νει τη κύ­ρια αρ­χή λει­τουρ­γίας της Δη­μο­κρα­τίας, που εί­ναι η αρ­χή της ι­σό­τη­τας των αν­θρώ­πων, ό­πως μας την κλη­ρο­δό­τη­σε η Γαλ­λι­κή ε­πα­νά­στα­ση. Εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό για τους να­ζι­στές ό­τι μι­λούν για το «κα­τα­ρα­μέ­νο 1789», δη­λα­δή το έ­τος της Γαλ­λι­κής ε­πα­νά­στα­σης που έ­φε­ρε την αρ­χή της ι­σό­τη­τας των αν­θρώ­πων, και ό­τι χα­ρα­κτη­ρί­ζουν το Χρι­στια­νι­σμό «μπολ­σε­βι­κι­σμό της αρ­χαιό­τη­τας», ε­πει­δή αυ­τός πρώ­τος μί­λη­σε για την ι­σό­τη­τα. Αυ­τό πρέ­πει να κά­νει σα­φές στο δη­μό­σιο λό­γο η Αρι­στε­ρά. Από τη φύ­ση της βρί­σκε­ται με­τω­πι­κά α­πέ­να­ντι α­πό τη Χρυ­σή Αυ­γή, και την ί­δια α­συμ­βί­βα­στη α­ντι­πα­λό­τη­τα σε κά­θε το­μέα της κοι­νω­νι­κής και πο­λι­τι­κής ζωής προσ­δο­κεί να έ­χουν και οι άλ­λες πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις. Το γε­γο­νός ό­τι στο δη­μό­σιο λό­γο κυ­ριαρ­χεί η με­τα­φο­ρι­κή ει­κό­να μιας «γραμ­μής με δύο ά­κρα» που ε­πέ­βα­λαν τα άλ­λα κόμ­μα­τα και ό­χι δύο «α­ντί­πα­λων κό­σμων», που εί­ναι η α­ντι­φα­σι­στι­κή κλη­ρο­νο­μιά, α­πο­τε­λεί δεί­κτη η­γε­μο­νίας των άλ­λων δυ­νά­μεων στον το­μέα αυ­τό, σύμ­φω­να με τη δια­πί­στω­ση του Ερνστ Μπλοχ ό­τι η η­γε­μο­νία α­πο­δει­κνύε­ται α­πό το γε­γο­νός ό­τι «α­κό­μη και ό­σοι δια­φω­νούν μ’ αυ­τήν α­να­φέ­ρο­νται στην κυ­ρίαρ­χη ά­πο­ψη». Αυ­τό πρέ­πει ν’ αλ­λά­ξει, αλ­λά δεν θ’ αλ­λά­ξει με εκ­κλή­σεις, θα αλ­λά­ξει μό­νο με μια συ­γκρο­τη­μέ­νη θεω­ρία της πρά­ξης και μια κα­θη­με­ρι­νή συ­μπε­ρι­φο­ρά των α­ρι­στε­ρών που προ­σι­διά­ζει στην ει­κό­να της κοι­νω­νίας που ε­παγ­γέλ­λο­νται.

Αρι­στε­ρά και κυ­βέρ­νη­ση

Για πρώ­τη φο­ρά, με­τά α­πό πολ­λά χρό­νια, η ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά βρί­σκε­ται τό­σο κο­ντά στην α­νά­λη­ψη κυ­βερ­νη­τι­κών κα­θη­κό­ντων. Τι πρέ­πει να γί­νει προ­κει­μέ­νου να μην δια­ψεύ­σει τις λαϊκές προσ­δο­κίες;
Το πιο δύ­σκο­λο ε­ρώ­τη­μα για την Αρι­στε­ρά ή­ταν πά­ντο­τε και συ­νε­χί­ζει να εί­ναι «τι θα κά­νει με­τά την α­νά­λη­ψη κυ­βερ­νη­τι­κών κα­θη­κό­ντων». Η δυ­σκο­λία δεν έ­χει σχέ­ση με την τε­χνο­γνω­σία των στε­λε­χών της ή, του­λά­χι­στον, δεν εί­ναι αυ­τό το κύ­ριο πρό­βλη­μα. Έχει σχέ­ση με το γε­γο­νός ό­τι η α­πά­ντη­ση ε­ξαρ­τά­ται α­πό πολ­λούς πα­ρά­γο­ντες, με ση­μα­ντι­κό­τε­ρους απ’ αυ­τούς τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της πο­ρείας που ο­δή­γη­σε την Αρι­στε­ρά στην κυ­βέρ­νη­ση και τις προσ­δο­κίες που εί­χαν α­πό αυ­τήν ό­σοι την έ­φε­ραν στην κυ­βέρ­νη­ση. Δη­λα­δή, ε­ξαρ­τά­ται α­πό την α­πά­ντη­ση στο ε­ρώ­τη­μα εάν ή­ταν έ­να κί­νη­μα αν­θρώ­πων που εν­στερ­νί­στη­καν τις δι­κές της ι­δέες για τον τρό­πο ορ­γά­νω­σης της κοι­νω­νίας ή ή­ταν πρά­ξη αν­θρώ­πων που έ­βλε­παν σ’ αυ­τήν τη μό­νη δυ­να­τό­τη­τα κα­λής δια­χεί­ρι­σης των προ­βλη­μά­των τους στο ί­διο πα­λιό πλαί­σιο. Φυ­σι­κά, τα πράγ­μα­τα εί­ναι πιο σύν­θε­τα α­πό τις δύο «κα­θα­ρές» πε­ρι­πτώ­σεις που πα­ρέ­θε­σα, αλ­λά πα­ρα­μέ­νει η α­λή­θεια ό­τι η υ­παρ­κτή α­γω­νία της Αρι­στε­ράς να α­πο­φύ­γει τη διά­ψευ­ση «των λαϊκών προσ­δο­κιών» α­σκώ­ντας ταυ­τό­χρο­να α­ρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή ε­ξαρ­τά­ται α­πό το βαθ­μό ε­πι­τυ­χίας της προ­η­γου­μέ­νως στον ι­δε­ο­λο­γι­κό το­μέα.

Εί­στε αι­σιό­δο­ξος;
Δεν κρύ­βω ό­τι προ­σω­πι­κά α­πο­γο­η­τεύο­μαι κα­μιά φο­ρά ό­ταν πα­ρα­κο­λου­θώ πα­ρεμ­βά­σεις στε­λε­χών της σε συ­ζη­τή­σεις στην τη­λεό­ρα­ση. Από την άλ­λη με­ριά παίρ­νω θάρ­ρος ό­ταν βλέ­πω τους προ­βλη­μα­τι­σμούς και τη δου­λειά πά­ρα πολ­λών α­ρι­στε­ρών στις κοι­νω­νίες που ζουν. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό εί­ναι το πα­ρά­δειγ­μα που βίω­σα την προ­η­γού­με­νη ε­βδο­μά­δα ό­ταν ή­μουν στην Κα­στο­ριά για μια α­ντι­να­ζι­στι­κή εκ­δή­λω­ση. Εί­δα α­ρι­στε­ρούς να α­να­ζωο­γο­νούν στην κα­θη­με­ρι­νή τους δου­λειά και στην προ­σω­πι­κή τους ζωή την έν­νοια του α­γρο­τι­κού συ­νε­ται­ρι­σμού χω­ρίς τη γρα­φειο­κρα­τία του πα­ρελ­θό­ντος, εί­δα α­ρι­στε­ρούς να προ­βλη­μα­τί­ζο­νται και να συμ­με­τέ­χουν σε διε­θνή δί­κτυα για να προω­θή­σουν την α­νά­πτυ­ξη της και­νο­το­μίας στη χώ­ρα μας και να την ε­ντά­ξουν στα προ­σω­πι­κά τους σχέ­δια ζωής, και δια­πί­στω­σα ταυ­τό­χρο­να την α­γω­νία τους εάν η η­γε­σία της Αρι­στε­ράς θα κα­τα­νοή­σει αυ­τές τις αλ­λα­γές και θα συμ­βά­λει στην α­νά­πτυ­ξη πα­ρό­μοιων πρω­το­βου­λιών ή, α­ντί­θε­τα, θα πε­ριο­ρι­στεί σε μια ε­ντι­μό­τε­ρη δια­χεί­ρι­ση αυ­τών που θα πα­ρα­λά­βει εάν έλ­θει στην κυ­βέρ­νη­ση. Η α­πά­ντη­ση, λοι­πόν, στο ε­ρώ­τη­μα «πώς δεν θα δια­ψεύ­σει η Αρι­στε­ρά τις προσ­δο­κίες» δεν βρί­σκε­ται στο «τι πρέ­πει να κά­νει ό­ταν έλ­θει στην κυ­βέρ­νη­ση», αλ­λά «τι πρέ­πει να κά­νει ή­δη σή­με­ρα στην πο­ρεία της για την α­νά­λη­ψη της ε­ξου­σίας». Για­τί η α­νά­λη­ψη της ε­ξου­σίας έ­χει μό­νο τό­τε νό­η­μα για την Αρι­στε­ρά, ό­ταν ε­ντάσ­σε­ται στο με­γά­λο εγ­χεί­ρη­μα δια­μόρ­φω­σης της αν­θρώ­πι­νης κοι­νω­νίας. 

Τα­φό­πε­τρα στις δυ­να­τό­τη­τες της εκ­παί­δευ­σης

Πώς βλέ­πε­τε τις αλ­λα­γές στην παι­δεία και τι α­ντί­κτυ­πο θεω­ρεί­τε ό­τι θα έ­χουν στην κοι­νω­νία και κυ­ρίως στις μελ­λο­ντι­κές γε­νιές; Θα ε­πι­κε­ντρω­θώ σε έ­να μό­νο θέ­μα λό­γω της ε­πί­και­ρης ση­μα­σίας του. Γνω­ρί­ζω α­πό την ε­πι­στη­μο­νι­κή μου ε­να­σχό­λη­ση ό­τι η οι­κο­νο­μι­κή α­νά­πτυ­ξη της Ελλά­δας περ­νά­ει μέ­σα α­πό τη με­ταρ­ρύθ­μι­ση και α­να­βάθ­μι­ση του εκ­παι­δευ­τι­κού μας συ­στή­μα­τος. Για την Αρι­στε­ρά δεν α­πο­τε­λεί, βέ­βαια, κά­τι το και­νού­ριο, κα­θώς πά­ντο­τε εί­χε τη θέ­ση ό­τι το δι­κό της ό­ρα­μα για την Παι­δεία, που έ­γι­νε πολ­λές φο­ρές πραγ­μα­τι­κό­τη­τα σε σχο­λεία προο­δευ­τι­κών παι­δα­γω­γών, υ­πη­ρε­τεί την πο­ρεία προς μια αν­θρώ­πι­νη κοι­νω­νία α­πε­λευ­θε­ρώ­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να και α­να­βαθ­μί­ζο­ντας τις πα­ρα­γω­γι­κές δυ­νά­μεις. Έχο­ντας αυ­τό ως δε­δο­μέ­νο, δια­πι­στώ­νω ό­τι πρό­σφα­τες αλ­λα­γές, που ό­πως λέ­νε οι κυ­βερ­νώ­ντες υ­πα­γο­ρεύο­νται α­πό την οι­κο­νο­μι­κή κα­τά­στα­ση, βά­ζουν τα­φό­πε­τρα στις δυ­να­τό­τη­τες της εκ­παί­δευ­σης να συμ­βά­λει προς την κα­τεύ­θυν­ση της οι­κο­νο­μι­κής α­νά­πτυ­ξης. Με την έν­νοια αυ­τή, δεν έ­χει ι­διαί­τε­ρο νό­η­μα να α­σχο­λη­θεί κα­νείς με το κά­θε μέ­τρο χω­ρι­στά. Θεω­ρώ ό­τι α­πό ό­λα ό­σα έ­χουν συμ­βεί τα τε­λευ­ταία χρό­νια στη χώ­ρα μας αυ­τό που θα έ­χει τις πιο αρ­νη­τι­κές συ­νέ­πειες πο­λύ μα­κράς διάρ­κειας εί­ναι η υ­πο­βάθ­μι­ση της εκ­παί­δευ­σης. Αν δεν α­ντι­στρα­φεί γρή­γο­ρα η πο­ρεία αυ­τή, τό­τε οι δυ­να­τό­τη­τες της χώ­ρας να ορ­θο­πο­δή­σει θα μειω­θούν δρα­μα­τι­κά για μια ο­λό­κλη­ρη γε­νιά αν­θρώ­πων. Αλλά για να α­ντι­στρα­φεί αυ­τή η πο­ρεία πρέ­πει οι προ­τά­σεις για αλ­λα­γή να συ­νε­παίρ­νουν τους αν­θρώ­πους, ό­πως συ­νέ­βη πολ­λές φο­ρές στο πα­ρελ­θόν στη δι­κή μας χώ­ρα. Αυ­τό προς το πα­ρόν δεν το βλέ­πω, κα­θώς α­κό­μη και η Αρι­στε­ρά λει­τουρ­γεί σαν να εί­ναι δυ­να­τόν η υ­πό­θε­ση της Παι­δείας να πε­ριο­ρί­ζε­ται, έ­στω και για μι­κρό χρο­νι­κό διά­στη­μα, στη δια­χεί­ρι­ση των αρ­νη­τι­κών που ε­πέ­φε­ρε η μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου