Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Το Πέρασμα

"Τα βουνά προηγούνται." Φερνάν Μπρωντέλ

Στα Δυτικά Βαλκάνια, πριν από χιλιάδες χρόνια, μια συντροφιά βουνών άνοιξε ένα πέρασμα προς τη Βόρεια Ευρώπη. Κανένα δε θυμόταν πότε πήραν εκείνη την απόφαση, αλλά πλέον δεν είχε σημασία.
Ο Βαρνούντας έλεγε πάντα, όταν εξιστορούσε στους μικρούς λόφους, ότι ο βασικός λόγος ήταν ότι δεν άντεχαν τη φτώχια τους. Οι βροχές δεν ήταν άφθονες, η γη καλλιεργούνταν με δυσκολία, το νερό ήταν λιγοστό και τα ποτάμια δεν ήταν πλωτά. Όπως και πολλά άλλα βουνά, ήταν μακριά από τον πολιτισμό των ανθρώπων που άνθιζε στις πεδιάδες και τις πόλεις. Κάποτε ένα Γάλλος ιστορικός τους είχε πει ότι “η ιστορία τους είναι να μην έχουν καμία, να ζούνε στο περιθώριο των πολιτισμών”. Ο Βαρνούντας, ή Μπάμπα όπως το φωνάζουν κάποιοι σήμερα, το έβλεπε αυτό μέσα στους αιώνες. Ακόμη και οι μακροβιότεροι πολιτισμοί που απλώνονταν στον ορίζοντα στις θάλασσες και τις πεδιάδες έβρισκαν δυσκολία στην πρώτη ανηφοριά, στο πρώτο κατακόρυφο εμπόδιο.      
Αποφάσισαν λοιπόν αφού δεν είχαν να προσφέρουν και πολλά στην ανθρωπότητα να βρούνε έναν τρόπο να μη αποτελούν εμπόδιο, να κάνουν τη ζωή των ανθρώπων πιο εύκολη.
Έτσι, τo Μπεσνα Κομπίλα κινήθηκε προς τα δυτικά, μαζί του και το Μπέλλες. Στο Νότο, τα όρη της Πίνδου στριμώχτηκαν στα ανατολικά. Κάπως έτσι φτιάξανε το δυτικό πέρασμα, μια διαδρομή χωρίς φραγμούς που οδηγεί από τη Μεσόγειο στη Βόρεια Ευρώπη, όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να περνούν ελεύθερα. Ήταν όλα περήφανα γιατί είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν τη μοναδική τέτοια διαδρομή στη Νότια Ευρώπη. Τα όρη της Ιβηρικής και της Ιταλικής χερσονήσου είχαν κλείσει όλες τις προσβάσεις. Η μόνη πρόσβαση ήταν η δική τους.



Perasma_01 (1)
Πτυχώσεις
Mέσα στα χρόνια περάσανε πολλοί και πολλές. Αρμένιοι έμποροι προχώρησαν με τα καραβάνια τους με κατεύθυνση  τη Βιέννη. Κουτσόβλαχοι κτηνοτρόφοι με το κοπάδια τους ξεκινούσαν από την Πίνδο και φτάνανε ψηλά μέχρι το Βελιγράδι. Κατεβαίνανε περιηγητές και ταξιδιώτες από τις χώρες του Βορρά. Αυτοί ήταν που, κάπου το 19ο αιώνα, τους δώσανε και ένα όνομα για να το έχουν:
Μπαλκάν”, Βαλκάνια. Κανένας μέχρι τότε δε τους φώναζε έτσι, αλλά το όνομα πέρασε από γενιά σε γενιά και ήταν σαν να το είχαν πάντα, όπως συμβαίνει συχνά με τα παρατσούκλια και τις φήμες. Την ίδια περίοδο άρχισε να υπάρχει μια γενικευμένη ανησυχία για τη μανία των ανθρώπων να αλλάζουν τα ονόματα και να βάζουν όρια και περιφράξεις.
Το Κοραμπ γελούσε πάντα με την απέλπιδα προσπάθεια να το εξουσιάσουν. Οι κάμποι ήταν το μέρος των κλειστών κοινωνιών, των υπεροπτικών μπέηδων και των βασιλιάδων, των αλαζόνων κληρικών και της αριστοκρατίας. Στα βουνά έβρισκαν καταφύγιο πάντα όσοι θέλανε να ζήσουνε ελεύθεροι. Ένας Βαρόνος περιηγητής τους είχε πει ότι ο δεσποτισμός κυριαρχούσε στις επίπεδες πεδιάδες, αλλά σταματούσε στον πρώτο βράχο, στο πρώτο υψίπεδο που μπορούσε κάποιος να υπερασπιστεί. Το Κοράμπ ακόμα μιλάει για τον δύστυχο Γουαλι Μπει, που ποτέ δε κατάφερε να κυβερνήσει τα ορεινά χωριά της Αλβανίας και της Ελλάδας τον 15ο αιώνα, όταν έγιναν Οθωμανικές κτήσεις.
Μετά, όμως, συνέβησαν πολλά που δε τα περιμένανε. Αυτοί που επι αιώνες ζούσανε μαζί, άρχισαν να κατασφάζονται μεταξύ τους. Το Μποζ Νταγ θυμόταν πόσο μπερδεμένο ήταν, όταν ρώτησε ένα βοσκό που είχε γυρίσει από τον πόλεμο από ποιό έθνος είναι. “Οι πατεράδες μας”, είπε ο βοσκός,  “ήταν Έλληνες και κανείς δεν ανέφερε τους Βουλγάρους […] εμείς γίναμε Βούλγαροι και νικήσαμε. Αν χρειαστεί να γίνουμε Σέρβοι, δεν υπάρχει πρόβλημα. Για την ώρα, όμως, είναι καλύτερο για μας να είμαστε Βούλγαροι”. Παράξενο πράγμα ο εθνικισμός, σκέφτηκε, και αποφάσισε ότι για εκείνο ο εθνικισμός ήταν εκείνο το πράγμα που σου αλλάζουν το όνομα χωρίς να σε ρωτήσουν. Μέσα σε λίγα χρόνια από Μποζ Νταγ (γκρι βουνό) είχε γίνει Φαλακρό και καθόλου δε του άρεσε.
Perasma_02
Στον Δεύτερο Μεγάλο Πόλεμο όταν κατέβηκαν οι τύραννοι του Βορρά για να καταδυναστεύσουν την περιοχή μαζί με τους ντόπιους τυράννους, τα βουνά μπήκαν και αυτά στη μάχη. Από το Μπιελάσνιτσα στη Σερβία μέχρι τον Όλυμπο και το Γράμμο, κουβαλούσαν στις βουνοκορφές τους αντάρτισσες και παρτιζάνους και έκρυβαν στις σπηλιές όσους ήθελαν να βρούνε καταφύγιο.
Τα χρόνια περάσαν και τα περάσματα άρχισαν να στενεύουν όλο και περισσότερο. Το Πάικο έβλεπε τους τελευταίους μήνες, χιλιάδες πρόσφυγες από την Ανατολή, Σύριους, Πακιστανούς, Αφγανούς να περνάνε από το πέρασμα στη προσπάθεια τους να ξεφύγουν από τον πόλεμο κατευθυνόμενοι προς το Βορρά. Μέσα στη γενικότερη δυστυχία, τουλάχιστον σκέφτηκε ότι το πέρασμα ήταν ακόμη ένα κάποιο μονοπάτι ελευθερίας.
Όταν μαθεύτηκε ότι οι άνθρωποι θα μπλοκάρουν το πέρασμα με συρματοπλέγματα και φυλάκια, αποφάσισαν ότι έπρεπε να κάνουν κάτι. Στη σύνοδο των βουνών είχαν μαζευτεί πολλά. Ακούγανε με προβληματισμό τις διηγήσεις των λόφων γύρω από τη Γευγελή και την Ειδομένη. Τα περισσότερα βουνά δεν μπορούσαν να χωνέψουν πως οι άνθρωποι και τα κράτη τους τολμούσαν να σφραγίσουν το πέρασμα.
Ο Βαρνούντας ήταν σκεπτικός, έβλεπε για χρόνια την εξαιρετική ικανότητα των ανθρώπων να καταστρέφουν και να γκρεμίζουν ότι είναι ωραίο και καλό. Κυρίως όμως έβλεπε ότι το πέρασμα είχε χάσει το νόημά του. Οι άνθρωποι που μένανε στο βορρά, με τις εύφορες πεδιάδες, τις άφθονες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, τους μεγάλους πλωτούς ποταμούς, που κατεβαίνανε πολλές φορές από το πέρασμα για να ρημάξουν οτιδήποτε υπήρχε, δε θέλανε να δεχτούνε πλέον κανένα από το Νότο. Ότι και να κάνανε θα ήταν μάταιο. Αν γκρέμιζαν μερικά στρατόπεδα με κατολισθήσεις θα χτίζανε με μανία τα διπλάσια, αν φουσκώνανε τα ποτάμια τους για να διαλύσουν τα συρματοπλέγματα, θα τα μετακινούσαν αλλού. Το χειρότερο από όλα ήταν οι κανόνες, οι νόμοι και οι συμφωνίες τους. Το πέρασμα έκλεισε από μια συμφωνία και θα άνοιγε μόνο αν οι άνθρωποι πίεζαν σε μια άλλη κατεύθυνση.



Ο Βαρνούντας το χειμώνα
Ο Βαρνούντας το χειμώνα
Το Μπιελάσνιτσα όμως, από εκεί που καθόταν στο Σαράγιεβο, παρότρυνε και τα υπόλοιπα να μην απογοητεύονται. Έχοντας φιλοξενήσει χιλιάδες παρτιζάνες, κλέφτες και αντάρτες, έχοντας δει από τόσο κοντά τις ανθρώπινες τραγωδίες ήξερε τι μπορεί να κάνει η θέληση για ελευθερία. Σε αυτό συμφώνησε και το Κόραμπ. Άκουσε ένα πρόσφυγα από την Ειδoμένη να λέει: “Δεν θέλω η Ε.Ε. να αποφασίσει για το μέλλον μου, έτσι νοιώθουν και οι 15.000 άνθρωποι που ζουν στον καταυλισμό. Δεν θέλουμε κανείς να αποφασίσει σε ποια χώρα θα μείνουμε, τι είδους ζωή θα κάνουμε και ποια γλώσσα θα μιλάμε για το υπόλοιπο της ζωή μας”. Κανείς δε μπορεί να σταματήσει αυτούς τους ανθρώπους, σκέφτηκε, και αν το πέρασμα μείνει για λίγο κλειστό θα βρεθούν κάποιοι που θα το ανοίξουν.
Ο Βαρνούντας πείστηκε. Ήταν συνήθως πολύ αυστηρός, ίσως γιατί έβλεπε τις περισσότερες φορές τι κάνουν οι βασιλείς και οι κυβερνήτες και όχι οι λαοί. Δεν είχε δώσει μεγάλη σημασία στην αλληλεγγύη, αλλά όταν μια Χλόη και μια Φοίβη από την Γερμανία βοηθούν μερικούς χιλιάδες από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν να περάσουν μέσα στο κρύο ένα ποτάμι για να πάνε στο Βορρά, υπάρχει κάποια ελπίδα. Του ήρθαν πάλι στο μυαλό όλα αυτά τα ονόματα που είχαν διασχίσει το πέρασμα, ένας Κώστας, μια Αγγελική, μια Έλενα, ένας Μπόργκο, μια Ντάνα, ένας Αλίμ, μια Κεμίλ και τώρα ένας Σαΐντ και μια Ρανίμ. Κάθισε πάλι εκεί στην άκρη των ανθρώπινων πολιτισμών, τίναξε λίγο χιόνι από πάνω του και έριξε ένα δάκρυ χαράς που κατρακύλησε μέχρι τη μεγάλη Πρέσπα. Η λευτεριά πάντα στο τέλος νικάει τη φυλακή, σκέφτηκε, και αισθάνθηκε κάπως πιο αισιόδοξος…
migrant-crisis
**Οδηγός για τον αναγνώστη: Τα Βαλκάνια έχουν δύο περάσματα, το Δυτικό (Θεσσαλονίκη, Σκόπια, Νις, Βελιγράδι) και το Ανατολικό που περνάει από τις πεδιάδες της Ανδριανούπολης και του Δούναβη. Ο Γάλλος ιστορικός που αναφέρει ο Βαρνούντας είναι ο Φερνάρντ Μπροντελ. Ο βοσκός που  μιλάει στο Φαλακρό παρατίθεται στα Βαλκάνια του Μαζάουερ. Ο Βαρώνος που μίλησε στο Κόραμπ, ήταν ο Βαρώνος ντε Τοτ.  Το κείμενο βασίστηκε στο The Mediterranean and the Mediterranean World in the Age of Philip II του Φερνάρντ Μπροντελ, στα Βαλκάνια του Μαζάουερ, στα Memoirs του Βαρώνου ντε Τοτ και σε όσα ξέραμε. Τα βουνά στα οποία αναφερόμαστε προσπαθήσαμε να τα αποτυπώσουμε σε χάρτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου