Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Αντιμετωπίζοντας την ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση και τη μετανάστευση μέσα από μορφές αλληλεγγύης, φιλίας και αγάπης (με αφορμή το αφιέρωμα στις ταινίες του Άκι Καουρισμάκι στο 53ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης1).

«Δε μ’ ενδιαφέρει η ανώτερη τάξη. Δε ξέρω πώς να γράψω διαλόγους γι’ αυτήν. Δε ξέρω πως μιλάνε» Α.Κ.
 Του Αδαμάντιου (Μάκη) Πασχαλίδη*

Ποια η σχέση της κρίσης στη Φινλανδία (στη δεκαετία του 90) με τη δικιά μας σημερινή κρίση; Ο τίτλος παραπάνω απαντάει ως προς ορισμένα σύγχρονα φαινόμενα στο ερώτημα αυτό μέσα από τις ταινίες του Άκι Καουρισμάκι.
Πρόκειται για ορισμένες ταινίες, όπου οι ήρωες είναι άνεργοι, άστεγοι, μοναχικοί, μετανάστες κτλ. Πέφτουν κάτω, αλλά σηκώνονται, χάρη στη δικιά τους δύναμη, αλλά και την αλληλεγγύη, τη φιλία και την αγάπη των άλλων.

  Όπως λέει ο ίδιος ο σκηνοθέτης πρόκειται για μια τριλογία: α. Μακριά πετούν τα σύννεφα, β. Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν και γ. Τα Φώτα στο Σούρουπο, με θέματα την ανεργία, την έλλειψη στέγης και τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου (http://tiff.filmfestival.gr/default.aspx?lang=elGR&page=1054&date=11/11/2012&movie=2234 13.11.2012 επίσης στη σελ. 89). Αναφέρονται επίσης οι τριλογίες του «προλεταριάτου», των «χαμένων», των «αποτυχημένων»1 (με μικρές διαφοροποιήσεις από τις παραπάνω ταινίες). α. Στην πρώτη ταινία λοιπόν ένα εστιατόριο κλείνει και μένουν άνεργοι οι εργαζόμενοι. Το μαγαζί ανοίγει με άλλο όνομα («εργασία»!) από τους ίδιους τους εργαζόμενους χάρη στην προσπάθειά τους.
β. Στη δεύτερη ταινία ο ήρωας (ένας πρώην οξυγονοκολλητής) αναζητάει δουλειά στην πόλη αλλά στο παγκάκι έξω από το σιδηροδρομικό σταθμό υφίσταται μια βίαια επίθεση από τραμπούκους και παθαίνει αμνησία ( κλινικά νεκρός και όμως σηκώνεται!). Η στέγη που βρίσκει είναι μέσα σ’ ένα κοντέινερ και οι γείτονες του συμπαραστέκονται. Χαρακτηριστική σκηνή είναι: όταν ξανασυναντάει τους τραμπούκους που τον τραυμάτισαν είναι εκεί καμιά εικοσαριά φίλοι του και αναλαμβάνουν αυτοί… (χαρακτηριστικό για την αντιμετώπιση της «Χρυσής») [-Χτες πήγα στο φεγγάρι-Πως ήταν; Είχε κόσμο;-Όχι. Ήταν Κυριακή].
γ. Στην τρίτη ταινία ο ήρωας (ένας νυχτοφύλακας σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της πόλης) βιώνει τη μοναξιά και μια θλιβερή περιπέτεια (πληρώνει την απάτη άλλων με φυλακή και ξυλοκόπημα). Επιβιώνει χάρη στην κοπέλα της καντίνας που τον αγάπησε. Το σμίξιμο των χεριών στο τέλος μοναδικό: «Ευτυχώς για τον πρωταγωνιστή μας, ο δημιουργός της ταινίας φημίζεται για την καλή καρδιά, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε πως μια αχτίδα ελπίδας θα φωτίσει την τελευταία σκηνή» Α.Κ. (ό.π. σελ.89) [-Πως ήταν στη φυλακή;-Δεν μπορούσες να βγεις έξω. Όλες οι πόρτες ήταν κλειδωμένες]. Στην ταινία «το λιμάνι της Χάβρης», η αλληλεγγύη (στη γειτονιά από τη γυναίκα στο μπαρ, τη φουρνάρισσα και το μανάβη μ. ά «Ο Κουαρισμάκη αναφέρει σε συνέντευξή του ότι χρησιμοποίησε με εξοργιστικό τρόπο όλα τα γαλλικά κλισέ-τη φουρνάρισσα, τις μπαγκέτες, το ακορντεόν-, αλλά ευτυχώς οι Γάλλοι δε δυσαρεστήθηκαν», σελ. 42) σώζει, με μοναδικό τρόπο, ένα «αφρικανάκι-προσφυγάκι» που κυνηγάει η αστυνομία.
Τέλος σ’ όλες τις παραπάνω ταινίες «παίζουν» σκυλιά: με τα χαρακτηριστικά τους ονόματα και το ρόλο της αμοιβαίας αγάπης με τους ανθρώπους.
* 15.11.2012 Πασχαλίδης Μάκης makispash@yahoo.gr «Μέλος ΔΕΠ υπό αναμονή τοποθέτησης» (http://lecture.jimdo.com/)

1 Βλ. Έκδοση του Φεστιβάλ 2012 επιμέλεια Έλενα Χρηστοπούλου (όλες οι αναφορές στο κείμενο αφορούν αυτή την έκδοση).
2 Γιάγκου Αντίοχου: «Γιατί και οι προλετάριοι ξέρουν να αγαπούν», Άντα Δαλιάκα: «Η ζωή είναι ένας σκορπιός», Θωμά Λιναρά: «Οι “χαμένοι”, αλλά ποτέ ηττημένοι, ήρωες του Άκι Καουρισμάκι» και Άννα Πούπου: «Akivilles: Οι κινηματογραφικές πόλεις του Άκι Καουρισμάκι» ό. π.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου