Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Εκκίνηση


Αν η Αριστερά επιθυμεί να αποτελέσει το ουσιαστικό αντιπαράδειγμα, έχει την υποχρέωση να ενισχύσει και να κινητοποιήσει με τις δικές της δυνάμεις τους «από κάτω», να ξαναβρούν την ελπίδα και μέσω του πολιτισμού, σεβόμενη ταυτόχρονα την αυτονομία τους   

 

 Του Σπύρου Σούρλα
 


Kι οι ποιητές τι γυρεύουν σε έναν μικρόψυχο καιρό;
Hölderlin
Kαι η τέχνη τι γυρεύει σε τόσο δύσκολους καιρούς, και μάλιστα σε μια κοινωνία που χρόνια τώρα κινείται χωρίς πυξίδα, και που, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, περιστρέφεται μεταξύ της τηλεοπτικής υπόδειξης και των προτάσεων «κλασικών οδηγών θεάματος»;

Στο «ενδιάμεσο» κινείται η σαφώς μικρότερη μερίδα των ενημερωμένων, που είτε από πραγματικό ενδιαφέρον, είτε απο την «υποχρέωση του εγγράμματου», προστρέχουν σε θεατρικές παραστάσεις, σε μουσικά δρώμενα και σε άλλες εκδηλώσεις καλλιτεχνικής έκφρασης.

Διανύουμε σίγουρα μια περίοδο όπου το «μεγάλο» της δεκαετίας του ‘60, αλλά και των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης -με την επτάχρονη βίαιη χουντική διακοπή-έχει οριστικά παρέλθει. Αυτό που φαίνεται να έχει επικρατήσει είναι η συνθήκη των «μικρών συνόλων», χωρίς φυσικά να παραβλέπουμε την εδώ και πολλά χρόνια ταξική -μικροαστική διάβρωση που επέφερε η εγχώρια «εκσυγχρονιστική εκδοχή» του νεοπλουτισμού.

Μέσα σε όλο αυτό το τοπίο σύγχυσης, η Αριστερά δεν κατόρθωσε να αντιπροτείνει ολοκληρωμένα την δική της εκδοχή. Αντιθέτως, συχνά χρησιμοποίησε φθαρμένα υλικά: είτε με τη μονομερή επιστροφή στην παράδοση της δικής της ιστορικής μνήμης, είτε με την αποδοχή του «έντεχνου», που στην ουσία αποτέλεσε μια εξευγενισμένη εκδοχή -πλην τιμητικών εξαιρέσεων- της μερικής ενσωμάτωσής της στην κυρίαρχη ιδεολογία.

Όλα τα παραπάνω δεν επιθυμούν φυσικά να υποβαθμίσουν εξαιρετικές απόπειρες στον χώρο της τέχνης που προέκυψαν αυτά τα χρόνια, πλην όμως, αυτές δεν ήσαν ποσοτικά επαρκείς για να αντιστρέψουν την «μεγάλη εικόνα».

Η όξυνση της ταξικής επίθεσης των τελευταίων χρόνων επαναφέρει στο προσκήνιο το βασικό ερώτημα περί τέχνης.

Μια κλασική απάντηση που θα μπορούσε να δοθεί, είναι πως οι ποικίλες εκφάνσεις της έχουν ως σκοπό είτε να τονώσουν το «αγωνιστικό φρόνημα», είτε να συμβάλουν ώστε η κοινωνία, μέσω της ποικιλίας των δρωμένων, να «αφήσει» πίσω της για ένα διάστημα όσα της συμβαίνουν.

Και οι δύο αυτές εκδοχές πιθανότατα αποτελούν την άλλη όψη του ιδίου νομίσματος, γιατί στην ουσία κινούνται στην κλασσική λογική («αριστερή» η φιλελεύθερη) των «από πάνω»…

Αυτό που αρχίζει να αχνοφέγγει ως ελπιδοφόρο, είναι πως μέσα στον άνυδρο οικονομικά (και όχι μόνον) τόπο, οι «από κάτω» δημιουργούν θεατρικές ομάδες, μουσικά σχήματα, ποιητικές και λογοτεχνικές απόπειρες, που σταδιακά αρχίζουν να διαφέρουν από την προηγούμενη περίοδο, παρά την κακή οικονομική κατάσταση. Επιπλέον, πρόκειται για εγχειρήματα με αυτοδιαχειριστική χροιά.

Είναι τα σπέρματα μιας τέχνης που πρέπει να γονιμοποιηθεί ακόμα περισσότερο, κρατώντας στοιχεία από την ιστορική μνήμη, αλλά με διάθεση υπέρβασης και ουσιαστικής εμβάθυνσης στο σχεδόν ολοκληρωτικό, πολιτικά, σήμερα.

Η νέα αυτή εκδοχή, που ήδη αναδεικνύει ποιητές της γενιάς που βλέπει τους φίλους της να φεύγουν μακριά με αποσκευή την οδύνη μιας βίαιης μετανάστευσης, ή που τσακίζεται από την ανεργία και την έλλειψη προοπτικής, έχει ανάγκη να βρει έκφραση και σε άλλες μορφές, όπως η μουσική και το θέατρο. Μορφές που όχι μόνον θα μπορέσουν να περιγράψουν τις σημερινές συνθήκες, αλλά και να τις αποδομήσουν ως καλλιτεχνική πρόταση, πού έστω και υπόρρητα, θα είναι και πολιτική.

Όσο περισσότερα τέτοια σχήματα υπάρξουν (σε παράλληλη ή και εν μέρει τεμνόμενη τροχιά σε σχέση με την υφιστάμενη καλλιτεχνική πραγματικότητα),τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ενίσχυση της συλλογικότητας που θα δίνει ελπίδα, πολυπολιτισμική χροιά, αλλά και την ικανοποίηση της δημιουργικής συμμετοχής.

Είναι αναγκαία μια «επανάσταση» που θα ξεφεύγει από τις κλασικές αίθουσες και θα διαλύει υπάρχουσες «φόρμες», παίρνοντας στοιχεία από την ποικιλία πολιτισμών, και που θα έχει την δυνατότητα, αφ΄ ενός μεν να καταδύεται στον ζόφο που έχει προκαλέσει η ολοκληρωτική νεοφιλελεύθερη επίθεση, και αφ΄ ετέρου, να δημιουργεί ρήγματα μέσω νέων υποδειγμάτων.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι «απέναντι» υπάρχει μια οργανωμένη καθεστωτική «αντι-κουλτούρα» (οργανικών διανοουμένων, λογοτεχνών του life-style κ.λ.π), ακραία έκφραση της οποίας είναι το χυδαίο κίτς του φασισμού.

Αν η Αριστερά επιθυμεί να αποτελέσει το ουσιαστικό αντιπαράδειγμα, έχει την υποχρέωση να ενισχύσει και να κινητοποιήσει με τις δικές της δυνάμεις τους «από κάτω», να ξαναβρούν την ελπίδα και μέσω του πολιτισμού, σεβόμενη ταυτόχρονα την αυτονομία τους, αλλά και αφήνοντας πίσω τις δικές της «πεπατημένες», που ακόμα και σήμερα διατηρούν ίχνη διδακτισμού και αναγωγής στο παρελθόν.

Με άλλα λόγια, οφείλει να καλλιεργήσει το έδαφος για το δικό της «άκρο» στην τέχνη που της αναλογεί, «άκρο» που θα διευρύνεται και σε ακροατήρια λιγότερο υποψιασμένα..

Σε εποχές που η κυρίαρχη τάξη ανασυνθέτει το κράτος «εκτάκτου ανάγκης», αν δεν επιλέξουμε (πού θάταν λάθος να το κάνουμε) την θέση του Adorno «To write poetry after Auschwitz is barbaric», ας επιλέξουμε τουλάχιστον την θέση του Ντμίτρι Σοστακόβιτς στο τέταρτο μέρος (largo) του 8ου κουαρτέτου εγχόρδων (1960), που μοιάζει με σκηνή αποκάλυψης και ξετυλίγει το νήμα τού κουαρτέτου με τον σχεδόν μεταλλικό ήχο από τρείς νότες που ακούγονται σαν τις αντίστοιχες τής 5ης τού Beethoven Μόνον πού εδώ είναι σκληρές, αδυσώπητες, και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για να περάσει ίχνος φωτός απ’ τα κλειστά παραθυρόφυλλα..

Ακόμα και όταν στο εν λόγω largo παρεμβάλλεται ένα λυρικό μέτρο, σαν προσευχή, εμφανίζονται αυτές οι τρείς νότες ξαφνικά για να θυμίσουν τον συνεχή κίνδυνο που διατρέχει ο κόσμος ολόκληρος.

Είναι μια απ’ τις συγκλονιστικότερες αναπαραστάσεις του τρόμου που προκαλεί η αβεβαιότητα του πολέμου μέσα μας, αλλά και εκτός μας, ειδικά σε περιόδους εκτάκτων συνθηκών... Σαν μια διαρκής αναμονή τού συνθέτη, μη και κτυπήσει την πόρτα του κάποιο βράδυ ή μυστική αστυνομία και τον πάρει για ανάκριση, όπως τόσους άλλους το 1936.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από βασικές παραδοχές, έστω και του φόβου, για να μπορέσουμε να ενισχύσουμε τις δημιουργικές προσπάθειες των «από κάτω» να τις διευρύνουν, και να ξαναβρούν την ελπίδα, χωρίς ποτέ να ξεχνάμε πώς «είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»…

Σπύρος Σούρλας
REDNotebook11 Ιουνίου 2013 - 4:45 pm | Σπύρος Σούρλας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου