Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Πρόκειται για πάλη των τάξεων. Όχι των εθνών, ούτε των νομισμάτων


ALEA JACTA EST 1
Η ΕΥΡΩΖΩΝΗ ΔΙΑΒΑΙΝΕΙ ΤΟΝ ΡΟΥΒΙΚΩΝΑ

Προτεσταντική ηθική

Αποτελεί πλέον εμπειρικό δεδομένο, κοινό τόπο ακόμη και για τους ταχυδακτυλουργούς της απολογητικής της εξουσίας, ότι η κρίση που εγκαινιάστηκε με την κατάρρευση της Lehman το 2008 και την οποία βιώνουμε εδώ και πέντε χρόνια στην ανοιχτή μορφή της, είχε έναν κομβικό στόχο: να δώσουν οι κοινωνικές «ακαμψίες» των αγορών που τόσα χρόνια ακρωτηρίαζαν την «ανάπτυξη» και τραυμάτιζαν ανεπανόρθωτα την υπεραξίωση («ανταγωνιστικότητα») του κεφαλαίου, τη θέση τους στη νέα «ηθική» της απόλυτης πρωτοκαθεδρίας του ανταγωνισμού ως όρου και προϋπόθεσης της κοινωνικής ευημερίας. Η κρίση έδωσε το κατάλληλο σήμα στις δυνάμεις του κεφαλαίου ότι το «κοινωνικό δίχτυ» που περιόριζε την ελευθερία κινήσεών του, κυρίως στις χώρες της «παλιάς Ευρώπης», μπορούσε να διαρραγεί σε εύρος και έκταση που έμελλε να προσδιοριστεί κάθε φορά στη συγκυρία.



Με αυτό τον τρόπο προέκυψε η επιθετική πολιτική της «κρίσης του χρέους» που έτεινε να λαμβάνει κάθε φορά διαφορετική μορφή για να προκαλέσει όμως πάντοτε μια ομοίου τύπου παρέμβαση. Στην πρώτη εκδοχή, μια αρχική κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μεταφερόταν μεταστατικά σε κρίση του Δημόσιου Χρέους μέσω της «αναγκαστικής» διάσωσης των («συστημικών») τραπεζών. Στη δεύτερη περίπτωση συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, με την (υπαρκτή ή μεθοδευόμενη) κρίση του Δημόσιου Χρέους να μεταφέρεται στο χρηματοπιστωτικό τομέα, μέσω των κρατικών ομολόγων, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα νέο καθοδικό σπιράλ στην κεφαλαιακή άβυσσο. Και στις δυο περιπτώσεις, οι «σωστικές παρεμβάσεις» απέβλεπαν προσχηματικά στη «σωτηρία της χώρας», μέσω της επιβολής του νεοφιλελεύθερου κορσέ που με φυσιολογικό τρόπο (περικοπές, ύφεση, υστέρηση εσόδων, νέες περικοπές κ.ο.κ.) αναπαρήγαγε τους όρους επιβολής του.

Η «σωτήρια» λειτουργία της εκκαθάρισης, με τη βίαιη ανατροπή παραγωγικών σχέσεων και τη βιβλικών διαστάσεων καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων (εργασίας κυρίως, αλλά και κεφαλαίων), που εγκαινιάστηκε στη μεγάλη κρίση του 2008, φάνηκε όμως να οδεύει προς μια ανάπαυλα ή και αναστροφή.

Αυτό ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε οι φωνασκούντες παπαγάλοι των διαδρόμων της κρατικής εξουσίας, προπαγανδίζοντας ακατάπαυστα ότι έφθασε η «ώρα της ανάπτυξης». Μιας «ανάπτυξης» στηριγμένης σε «υγιείς βάσεις», δηλαδή την αυξημένη «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου και τις μειωμένες «απαιτήσεις» της εργασίας προσαρμοσμένες στα δεδομένα των καιρών.

Με αυτό το βασικό μοτίβο συμφωνούσαν και οι «εναλλακτικοί» ιεροκήρυκες του καπιταλισμού, που βλέπουν πια τον «υφεσιακό παραλογισμό» του κεφαλαίου να οδεύει προς το τέλος του. Αυτό το σύντομο «ανορθολογικό» διάλειμμα δίνει πια τη θέση του στη γνώριμη φάση της «ανάπτυξης», που πλέον, μετά την καλβινικού τύπου επιστροφή στις «υγιείς» αρχές του «παραγωγικού» κεφαλαίου και της «μη υπερτιμημένης» εργασίας, παρέχει τα εχέγγυα μιας νέας ευημερίας προσαρμοσμένης στις «πραγματικές δυνατότητες» της εποχής.

Μόνο που έρχεται και πάλι η αδυσώπητη πραγματικότητα να διαψεύσει τις δοξασίες που ανυποψίαστα αναμασούν όσοι δεν βλέπουν τα μηνύματα των καιρών.

«Μη συστημική» χώρα

Δεν είναι τόσο η επέλαση του «αδιανόητου», η περίπτωση του “bail-in” στην Κύπρο, που αποτελεί την ουσιώδη διάψευση του «αναπτυξιακού» παράδεισου, όσο ο τύπος της αιτιολογίας που επελέγη για να στηρίζει τη νέα κομβική επιλογή. Αν στην περίπτωση της έναρξης της κρίσης με την ανοιχτή χρεωκοπία της Lehman το 2008 υιοθετήθηκε η επίσημη δικαιολογία ότι η συγκεκριμένη τράπεζα ως επενδυτική αποτελούσε «μη συστημική» τράπεζα, δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός ότι και στην περίπτωση της «εκ των έσω διάσωσης» του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου επελέγη ακριβώς η ίδια δικαιολογία: η Κύπρος αποτελεί «μη συστημική χώρα» (Schaeuble) και υπ’ αυτή την έννοια μπορεί να αφεθεί να καταρρεύσει έστω και αν το επίδικο ποσό ανέρχεται σε 5 δις €, δηλαδή στο ύψος κεφαλαιοποίησης μιας μικρού μεγέθους βιομηχανίας σε μια μέση ευρωπαϊκή χώρα. Εναλλακτικά, είναι υποχρεωμένη να δεχθεί την εσωτερική συμμετοχή στη «διάσωση».

Λίγη σημασία έχει αν το τελικό πακέτο «περιέσωσε» τις κάτω των 100 χιλ. € καταθέσεις: αποτελεί πράγματι μεγάλο κέρδος και «νίκη του λαού» ότι με διαπραγματεύσεις επιβλήθηκε η «θεσμικά κατοχυρωμένη» ασφάλεια των τραπεζικών καταθέσεων! Δείχνει ανάγλυφα πόσο πραγματική είναι η «προστασία» των θεσμών. Όπως επίσης δίνει τροφή για σκέψη το γεγονός ότι το «υπερήφανο όχι» της Βουλής μετατράπηκε μέσα σε λίγες μέρες σε άτακτη υποχώρηση και αποδοχή ενός καταστροφικού «πακέτου διάσωσης», οι συνέπειες του οποίου ακόμη δεν έχουν αποκαλυφθεί και προφανώς αποτελούν αντικείμενο «εσωτερικών» διαπραγματεύσεων μεταξύ των «σωτήρων».

Ενώ αξίζει να σημειώσουμε ότι το κούρεμα για ποσά πάνω από εκατό χιλιάδες, δεν αφορά μόνο τους «Ρώσους Ολιγάρχες» αλλά σε σημαντικό βαθμό καταθέσεις ασφαλιστικών ταμείων και κοινωφελών οργανισμών, ή κεφάλαιο που χρησιμοποιούν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις για να εξυπηρετήσουν τις καθημερινές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα κάποιες από αυτές να περιορίσουν ή και να τερματίσουν τη λειτουργία τους, λόγω και της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που δημιουργεί όλη αυτή η κατάσταση. Έτσι η «μη συστημική» Κύπρος θα ζήσει συμπυκνωμένα στο επόμενο διάστημα όσα ζει η Ελλάδα τα τρία τελευταία χρόνια: αύξηση της ανεργίας, μείωση της ζήτησης, ταχύτατη εξέλιξη του καθοδικού σπιράλ της ύφεσης.

Η επιδρομή στις καταθέσεις (bail-in) αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό στάδιο, μια τομή μέσα στη συνέχεια της μεγάλης επίθεσης του κεφαλαίου. Ολοκληρώνει, ως πραγματικότητα στις «ειδικές συνθήκες» της κυπριακής οικονομίας, αλλά και ως δυνατότητα σε κάθε χώρα της ΕΕ (ήδη δηλώθηκε η «υποψηφιότητα» της Ισπανίας για περιορισμένο bail-in), την εισοδηματική επιδρομή των μνημονιακών πολιτικών σε κάθε μορφής περιουσιακό στοιχείο. Το άμεσο εισόδημα (μισθοί, συντάξεις) περικόπτεται, η (ακόμη και μικρή) ακίνητη περιουσία «εισφέρει» στο μνημονιακό ταμείο με τα κάθε λογής «ειδικά τέλη», φόρους κλπ., οι καταθέσεις εξανεμίζονται με τα επικείμενα κουρέματα, και οι άυλοι τίτλοι για όσους αφελείς πίστεψαν στον «λαϊκό καπιταλισμό» απαξιώνονται στα χρηματιστήρια, ώστε να υπάρξουν οι υγιείς προϋποθέσεις για την «επέλαση των αγοραστών».

Επίθεση χωρίς τέλος

Η πολιτική του deleveraging, της μείωσης του (ιδιωτικού ή δημόσιου) χρέους είναι κομβικός μοχλός για την εκκαθαριστική λειτουργία της κρίσης. Δεν είναι τυχαίο ότι από έγκυρους αναλυτές εκτιμάται ότι αυτή η μεθοδευμένη επιδρομή στις καταθέσεις στην Κύπρο συνιστά «καλά νέα για την Ευρωζώνη ως αποφασιστικό βήμα αναδιάρθρωσης του υπερβολικού ύψους του (σε αυτή την περίπτωση τραπεζικού) χρέους, αναγκαία προϋπόθεση για την επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη», ενώ διατυπώνεται η βεβαιότητα ότι «θα ακολουθήσουν μελλοντικές αναδιαρθρώσεις δημόσιου και τραπεζικού χρέους στην Ευρωζώνη με συμμετοχή τόσο του επίσημου όσο και του ιδιωτικού τομέα» (W. Buiter, Citigroup).

Όσον αφορά τις επιπτώσεις, οι εκτιμήσεις διίστανται μιας και δεν πρόκειται για απλή τεχνοκρατική προέκταση των χειρισμών, αλλά υπεισέρχονται και «αστάθμητοι» (κοινωνικοί) παράγοντες. Ανάλογα με τη βαρύτητα που αποδίδουν οι αναλυτές στην κοινωνική αμφισβήτηση, άλλοι εκτιμούν ότι οι όποιες επιπτώσεις μπορεί να υπάρξουν θα είναι «βραχυπρόθεσμες κυρίως λόγω του ad hoc και απρόβλεπτου χαρακτήρα των παρεμβάσεων», ενώ θεωρούν τον «κίνδυνο διάδοσης της αστάθειας υπερτιμημένο» επειδή η Κύπρος αποτελεί ειδική περίπτωση με μειωμένο αντίκτυπο και η ΕΚΤ έχει πρακτικά απεριόριστη δυνατότητα να αναπληρώνει τη φυγή των καταθέσεων (W. Buiter, Citigroup). Ενώ άλλοι αναλυτές (JP Morgan, UBS) εκτιμούν ότι εισάγεται σημαντική συστημική αστάθεια με τη δημιουργία ευρώ δυο ταχυτήτων, την αστάθεια της Ευρωζώνης και τη μη μηδενική πλέον πιθανότητα διάλυσής της.

Σε κάθε περίπτωση όμως όλοι θεωρούν ότι η «περίοδος προσαρμογής» δεν έχει λήξει και θα στηρίζεται κατά περίπτωση στον ασύμμετρο συνδυασμό «εσωτερικής και εξωτερικής διάσωσης». Και πάνω απ’ όλα, η καινοτομία που εισήγαγε η κομβική επιλογή του bail-in στην Κύπρο, είναι ότι αποσύνδεσε εμπράκτως το τραπεζικό χρέος από το δημόσιο χρέος, επιλέγοντας παραδειγματικά και συμβολικά για ένα αμελητέο ποσό 5 δις € να εισαγάγει μια βασική αστάθεια στο σύστημα. Να δείξει στο παγκόσμιο ακροατήριο ότι η εποχή των «εγγυήσεων» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, η αδιανόητη έως σήμερα για ολόκληρο τον πλανήτη επιδρομή στις καταθέσεις είναι μια συνειδητή απόφαση των νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών κέντρων εξουσίας να βαθύνουν την κρίση, ένα σήμα προς τις αγορές ότι η καταστροφή είναι συστατικό της νεοφιλελεύθερης πολιτικής: αρχής γενομένης από τον τραπεζικό χώρο, ένας νέος κύκλος χρηματοπιστωτικής ασφυξίας θα φροντίσει ώστε η εκκαθάριση να περάσει και στην «πραγματική οικονομία».

Και έτσι βγαίνουν στην επιφάνεια οι πραγματικοί μηχανισμοί εξουσίας που αποφασίζουν για την τύχη των κοινωνιών, όσο τα κοινωνικά δεδομένα κινούνται εντός των δεδομένων κοινωνικών συσχετισμών. Μια απόφαση του Eurogroup αρκεί για να επιβάλει ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης αυτό, που ρητά ως χτες ήταν αδιανόητο. Οι «δεσμεύσεις» που διασφάλισαν την εκλογή Αναστασιάδη στην Κύπρο αίρονται υπό το πρόσχημα της «εθνικής καταστροφής».2 Με τον ίδιο τρόπο που οι αντίστοιχες «δεσμεύσεις» του ΠΑΣΟΚ το 2009 οδήγησαν στην αλληλουχία των Μνημονίων, της τρόικας, των «σωστικών» παρεμβάσεων χωρίς τέλος και τελικά στην πλήρη αναίρεση της όποιας νομιμοποίησης διέθετε το κόμμα αυτό, με τον διορισμό του «καλού τραπεζίτη» Λ. Παπαδήμου έξω από κάθε λογική πολιτικής εκπροσώπησης αντιπροσωπευτικού τύπου. Ή πάλι με τον τρόπο που αυτό το έργο παίχτηκε παράλληλα και στην Ιταλία, με την αποπομπή του ανεπιθύμητου Μπερλουσκόνι και την «εισαγωγή» ενός άλλου «καλού τραπεζίτη», του Μ. Μόντι, τον οποίο η λαϊκή ετυμηγορία αποδοκίμασε παραδειγματικά για να τον επαναφέρει (;) με τη μορφή της «πολιτικής του μονόδρομου» η δικτατορία των αγορών.

Μήπως τελικά η δημοκρατία είναι ένα αρκετά πολυτελές αξεσουάρ στον καιρό της μνημονιακής επίθεσης, και η δικτατορία της αστικής τάξης προετοιμάζεται να ενδυθεί το αναγκαίο αυταρχικό πολιτικό περίβλημά της;

Η μάχη των εθνών

Και ενώ η ολομέτωπη επίθεση εξελίσσεται εδώ και πέντε χρόνια με αμείωτη ένταση και εναλλασσόμενες μορφές, κάποιοι εντοπίζουν τη ρίζα του κακού σε γεωγραφικό, εθνοτικό και διοικητικό-διαχειριστικό πλαίσιο. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι απόψεις αυτές έχουν αντήχηση ή ακόμη εκπέμπονται πρωτογενώς από χώρους εντός της Αριστεράς, οι οποίοι έχουν ανακαλύψει την ύστερη γοητεία του έθνους-κράτους και τις εκπληκτικές δυνατότητες που παρέχει για την άσκηση «αριστερής πολιτικής».

Είναι λοιπόν η Γερμανία, όχι ως φορέας της συγκεκριμένης νεοφιλελεύθερης πολιτικής που αξιοποιεί την κρίση για να προχωρήσει στην ολοκληρωτική ανατροπή των συσχετισμών δύναμης υπέρ του κεφαλαίου, αλλά ως χώρα που εποφθαλμιά τον «πλούτο των εθνών», το «φυσικό αέριο της Κύπρου», τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας (!), που επιχειρεί με οικονομικά μέσα να καθυποτάξει τον «Νότο» για να αποκομίσει (μη περαιτέρω προσδιοριζόμενα) δικά της οφέλη.

Είναι η Ευρώπη της Γερμανίας και των δορυφόρων της (ο «Βορράς») που επιδίδεται σε αυτόν τον πρωτοφανή πόλεμο χωρίς όπλα για να επιβάλει αυτό που δεν πέτυχε πριν από 70 χρόνια, σήμερα σπέρνοντας τη φτώχεια και την ανέχεια. Ο γερμανικός «ιμπεριαλισμός» στην πλήρη ανάπτυξή του ως προέκταση των προσφιλών «αριστερών» δοξασιών του «σοβιετικού μαρξισμού», που σχεδόν από την αρχή κωδικοποιήθηκε στη βάση της πάλης των κρατών («πάλη των δυο συστημάτων» εκ των οποίων στο ένα υπήρχε «παλλαϊκό κράτος»), η οποία κινήθηκε σε ευρύτατο φάσμα από τον «μεγάλο πατριωτικό πόλεμο» έως την «ειρηνική συνύπαρξη» ως «ανάχωμα στον πυρηνικό όλεθρο».

Η κρίση λοιπόν είναι η μάχη κρατών, της Κύπρου και της Γερμανίας εν προκειμένω. Και αν οι επιπτώσεις αυτής της μάχης εκτείνονται και σε άλλες χώρες, είναι ευπρόσδεκτες εφόσον εντάσσονται σε έναν πόλεμο «Βορρά-Νότου». Αν σε συνέχεια της κρίσης της Κύπρου τα ελληνικά spreads ανεβαίνουν, το χρηματιστήριο πέφτει, η ανησυχία μεγαλώνει, αυτό είναι πόλεμος Γερμανίας κατά του «Νότου». Αν η Κυπριακή κρίση οδηγήσει σε φυγή κεφαλαίων από την Ελλάδα αυτό θα είναι άλλη μια απόδειξη για τον «πόλεμο» της Γερμανίας που προσελκύει τα κεφάλαια από το «Νότο».

Δυσκολότερο είναι πιθανόν να χωρέσει σε αυτό το ερμηνευτικό σχήμα η πιθανότητα πολλοί καταθέτες ή ομολογιούχοι να μεταφέρουν το κεφάλαιό τους προς πιο «ασφαλείς», υποτίθεται, προορισμούς, κυρίως εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ή ακόμη να εξηγηθεί η ενδεχόμενη μετάδοση της κρίσης και σε τράπεζες του «Βορρά», ως αποτέλεσμα της ανησυχίας για κρίση του ευρώ. Ποιο περίεργο σχήμα θα ερμηνεύσει γιατί «οι Γερμανοί» υπονομεύουν τις τράπεζές «τους»;

Οι «αντιιμπεριαλιστές» με τις ευαίσθητες κεραίες στην αντίθεση Ελλάδας (ή Κύπρου) και Γερμανίας, ή ανάμεσα στο «Νότο» και το «Βορρά», δύσκολα μπορούν να κατανοήσουν ότι οι νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές ελίτ που έχουν την εξουσία δεν νοιάζονται για την κοινωνική συνοχή ούτε στο «Νότο» αλλά ούτε και στον «Βορρά». Η επιθετική στρατηγική «ο καθένας πληρώνει για την κρίση του» (bail-in αντί για bail-out) σε μια πλήρως χρηματιστικοποιημένη νομισματική περιοχή, δεν έχει «εθνική» οπτική, αλλά στοχεύει στην ενίσχυση του κεφαλαίου συνολικά στους συσχετισμούς δύναμης, μιας και η κρίση επηρεάζει πολύ γρήγορα όλους τους συμμετέχοντες. Έτσι για πρώτη φορά από το 2009 η Γερμανία είχε αρνητικό ρυθμό μεγέθυνσης στο τέλος του 2012 και αύξηση της ανεργίας τον Μάρτιο του 2013.

Η «εθνική» οπτική της σύγκρουσης είναι τελικά το καλύτερο διαβατήριο για υποταγή στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική του κεφαλαίου, με τις εργατικές τάξεις να μάχονται, μέσω της υποτίμησης των μισθών τους για την «ανταγωνιστικότητα» των χωρών τους. Με το κεφάλαιο να κερδίζει παντού μέσα από τη μείωση του κόστους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.

Το «όπλο» του νομίσματος

Η μάχη των «εθνών» συμπληρώνεται αναγκαστικά και από τον πόλεμο των νομισμάτων. Μετά την κρίση στην Κύπρο τα εθνικά ανακλαστικά συμπληρώνονται από την «επιβεβαίωση» των «αριστερών» εθνικιστών για την προσήλωσή τους στην εθνική αναδίπλωση που αναγκαστικά σημαίνει και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Η «συμμαχία της δραχμής» έχει κάνει πάλι φανερή και ηχηρή την παρουσία της με συμπορεύσεις που ξεκινούν από την άκρα Δεξιά και φτάνουν στην «άκρα Αριστερά», σε έναν παραγωγικό «συνασπισμό» που ήδη «μελετάει» και προτείνει μοντέλα «παραγωγικής ανασυγκρότησης» της χώρας.

Η αναπαραγωγή αυτών των δοξασιών δεν είναι ούτε νέα, ούτε γεννήθηκε μέσα στην κρίση. Είναι η μορφή που λαμβάνουν μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία τάσεις και πολιτικές διαφωνίες εντός της Αριστεράς, οι οποίες έχουν θεωρητικές ρίζες που ανάγονται στην ιστορία του μαρξισμού και των κοινωνιών που οικοδομήθηκαν στο όνομά του. Είναι «αριστερά» ρεύματα που έχουν υποκύψει διαχρονικά στη γοητεία της «εθνικής αναδίπλωσης», της πρωτοκαθεδρίας των παραγωγικών δυνάμεων και του πλάνου, της διοικητικής ρύθμισης της αγοράς, με την «καθοδήγηση» του «παραγωγικού» σε αντίθεση με το «παρασιτικό» χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο να συμβάλει ήδη από τώρα στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.

Για να γίνει όμως η εθνική αναδίπλωση απαιτείται το νόμισμα που θα μας διαχωρίσει από τους «ξένους», αυτό το εργαλειακό μέσο που μπορεί να δώσει υλική υπόσταση στη νέα «παραγωγική» κοινωνική συμμαχία. Το όπλο της υποτίμησης μπορεί να συμβάλει στην «αναγκαία» σύμπλευση της μεγάλης «αντιμονοπωλιακής» ενότητας (και το αντίστοιχο «στάδιο» φυσικά, μην ξεχνάμε τη θεωρία των σταδίων!), στο δρόμο που θα βγάλει τη χώρα από τον «παρασιτισμό» και την αναξιοπιστία. Ο «δρόμος της αρετής» είναι ορατός, αφού πλέον δεν θα προσκρούει σε οποιοδήποτε ανυπέρβλητο «ευρωπαϊκό» συσχετισμό δύναμης. Όσο για τα ζητήματα που θέτουν οι κοινωνικοί συσχετισμοί κεφαλαίου-εργασίας, αυτά θα εξαλειφθούν πάραυτα, όταν θα πάψει να υπάρχει ο «ξένος ζυγός»!

Η φυγή από την πραγματικότητα

Η «λύση» του εθνικού νομίσματος, είναι τόσο παλιά όσο και η φυγή της Αριστεράς από τη συγκυρία: όταν η μάχη που οφείλει να δοθεί είναι δύσκολη, τότε επιλέγεται να ανοίξει ένα άλλο μέτωπο που μπορεί να κερδηθεί εικονικά, γιατί απλά ο αντίπαλος είναι απών.

Είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί η αγορά; Επιλέγεται η νομική μορφή της κρατικής επιχείρησης και «λύνεται» το πρόβλημα.

Είναι γρίφος η συμμαχία με μερίδες του κεφαλαίου; Επιλέγεται η «αντιμονοπωλιακή ενότητα» και κλείνει το ζήτημα πριν καν ανοίξει.

Είναι αβέβαιη η παραμονή του κυβερνητικού συνασπισμού στη διαχείριση του κράτους και των μηχανισμών του μετά την επανάσταση; Επιλέγεται το μονοκομματικό σύστημα και «διορθώνεται» αυτή η διαχειριστική ατέλεια.

Δυσκολεύει η πολυπλοκότητα των ευρωπαϊκών μηχανισμών; Επιλέγεται η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στενεύει το περιθώριο νομισματικών ελιγμών με το ευρώ; Επιλέγεται ως «λύση» η έξοδος από το ευρώ, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.

Τι ενδιαφέρει αν αυτή η «λύση» θα οξύνει ακόμη περισσότερο τα αρνητικά στοιχεία της κρίσης, συμπληρώνοντας την πολιτική της επιλεκτικής χρεωκοπίας και απομονώνοντας τις δυνάμεις που μάχονται τον νεοφιλελευθερισμό από τους φυσικούς συμμάχους τους, τις εργατικές τάξεις σε ολόκληρη την Ευρώπη; Αρκεί που η «αριστερή» αυτάρκεια βρίσκει πάντα μια «εύκολη» και «πρακτική» λύση που καλλιεργεί τις βεβαιότητες και επικροτεί τις ταυτολογίες.

Η θεωρία της «ειδικής περίπτωσης» που προωθεί κάθε φορά η νεοφιλελεύθερη πολιτική βρίσκει ως κατοπτρικό είδωλο την «εθνική αναδίπλωση» και τον απομονωτισμό που προωθεί η έξοδος από το ευρώ. Μια αντίληψη που αντιλαμβάνεται τη διαχείριση του κράτους με «αριστερούς» όρους, δηλαδή κρατικοποιήσεις, γραφειοκρατία, «εθνική» ανάπτυξη (την «επανάσταση» ως πλάνο, κομματική ιεραρχία, κλπ. στον «σοσιαλισμό»).3 Αποδέχεται το δίλημμα ευρώ ή δραχμή και επιλέγει ανεπιφύλακτα τη δεύτερη. Δε βλέπει τη σύγκρουση μέσα στη χώρα (αλλά και στην Ευρώπη) ως σύγκρουση τάξεων, αλλά ως σύγκρουση ή συμμαχία χωρών, ψάχνει το σύγχρονο «σύμφωνο της Κομεκόν» ή έστω μια άλλη «αριστερή» κυβερνητική δύναμη για να γίνει η πολυπόθητη ενότητα χωρών που θα αντισταθεί στον «ιμπεριαλισμό της Γερμανίας».

Ενώ αντίθετα μια πολιτική που θα μεταφέρει τον «πόλεμο» μέσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αξιοποιεί όλες τις διαθέσιμες συμμαχίες, προτείνει την εφικτή μεταρρύθμιση που θα ανοίξει το δρόμο για αλλαγές χωρίς επιστροφή, μπορεί να αναγκάσει τα σήμερα πανίσχυρα νεοφιλελεύθερα κέντρα εξουσίας να αναδιπλωθούν ώστε να ξεκινήσει μια πορεία αντιστροφής της αρνητικής πορείας της τελευταίας πενταετίας.

Αριστερός φετιχισμός;

Ενώ λοιπόν ξετυλίγεται μια πρωτοφανής επίθεση από την πλευρά του κεφαλαίου με τον συνδυασμό εσωτερικής υποτίμησης και «εσωτερικής διάσωσης» (bail-in), μια συγκεκριμένη «Αριστερά» κυνηγάει τα φαντάσματα του έθνους και της δραχμής, της εξόδου από την ΕΕ και της αυτοδύναμης ανάπτυξης. Αναζητά τη φυγή στο εκτός της συγκυρίας για να αποφύγει την αναμέτρηση με τη δυσκολία του σήμερα, του εδώ και τώρα. Ο πολιτικός φετιχισμός αυτής της «αριστερής» πολιτικής, είναι ότι υπάρχουν μηχανισμοί που μπορούν να γεμίσουν με «αριστερό περιεχόμενο» και είναι σε θέση να οδηγήσουν στην «άλλη διαχείριση», έξω από τα δύσκολα διλήμματα του σήμερα. Και κυρίως ικανοί να ορίσουν ένα άλλο εικονικό πεδίο, όπου η αναμέτρηση με τον «αντίπαλο» είναι εφικτή.

Ο Ιούλιος Καίσαρας είχε στρατοπεδεύσει κατά την επιστροφή του από τη Γαλατία στο Ρουβίκωνα και γνώριζε ότι η πορεία προς τη Ρώμη θα ήταν ενδεχομένως η αρχή εμφυλίου πολέμου ανάμεσα σε εκείνον και τον Πομπήιο. Θα περνούσε τον Ρουβίκωνα όταν βεβαιωνόταν ότι οι όροι της σύγκρουσης ήταν υπέρ του και θα είχε μεγάλη πιθανότητα να αναδειχθεί νικητής. Όταν διέβη τον ποταμό τίποτε δεν ήταν πλέον όπως πριν.

Τελικά η πορεία στη Ρώμη ήταν εύκολη, ο Πομπήιος διέφυγε στην Ελλάδα, η σύγκρουση ήταν νικηφόρα για τον Ιούλιο και ο Πομπήιος εκτελέστηκε από Ρωμαίο Λεγεωνάριο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Η επιλογή του στέφθηκε από επιτυχία, αν και η νίκη του ήταν βέβαια εφήμερη γιατί ακολούθησε και η δική του δολοφονία.

Αυτά είναι μερικά διδάγματα που αφορούν σε σχέσεις μεταξύ ανθρώπων, για τους οποίους βεβαίως ισχύει το περί του εφήμερου απόφθεγμα του Κέϋνς.4 Και δεν μεταφέρονται αυτόματα σε ζητήματα κοινωνικών αναμετρήσεων, συσχετισμών δυνάμεων, διότι εδώ οι ανατροπές είναι δυσχερέστερες και οι ισορροπίες μακροβιότερες. Και κυρίως είναι αποτέλεσμα επίπονων κοινωνικών διεργασιών και όχι επίπλαστων «νομοτελειών», που θέλουν τον καπιταλισμό να «σαπίζει», να «καταρρέει» και να «αυτοκαταστρέφεται».

Εδώ ο αντίπαλος έκανε την κίνησή του διαβαίνοντας τον δικό του Ρουβίκωνα και επιλέγοντας ακόμη επιθετικότερη στρατηγική εκκαθάρισης στην κρίση. Ο μόνος τρόπος να απαλλαγεί η κοινωνία από τον καπιταλισμό είναι η ανατροπή, η οποία δυστυχώς για τους «αριστερούς διαχειριστές» δεν ισοδυναμεί με «έξυπνες» κινήσεις, όπως την έξοδο από την ΕΕ ή την υιοθέτηση της δραχμής. Απαιτεί δουλειά υποδομής στους κοινωνικούς συσχετισμούς, όπως για παράδειγμα οικοδόμηση κοινωνικών συμμαχιών, ενίσχυση των κοινωνικών αντιστάσεων, προετοιμασία και υλοποίηση μικρών και μεγάλων ρήξεων, όλα ζητήματα που λίγη επαφή και συμβατότητα έχουν με τα όνειρα του «εθνικού νομίσματος» ή της «εθνικής αναπτυξιακής πολιτικής».

Η ιστορία δεν είναι η διαδοχή έξυπνων gadgets από επινοητικούς «αριστερούς» διαχειριστές, αλλά μια διαδικασία χωρίς υποκείμενο και τέλος-σκοπό και με κινητήρια δύναμη την πάλη των τάξεων.

Όχι των εθνών, ούτε των νομισμάτων.

1 Ο κύβος ερρίφθη (λατινικά).

2 Είναι δύσκολο να μην σημειώσει κανείς και την ευθύνη του ΑΚΕΛ που διεξήγαγε τις μνημονιακές διαπραγματεύσεις και προετοίμασε όλα τα μνημονιακά μέτρα συμπεριλαμβανομένου και του haircut, αλλά είχε τη βασική μέριμνα να μην χρεωθεί το ίδιο τη σύναψη του μνημονίου.

3 Γι’ αυτό και στην περίπτωση Τσάβες, οι δυσεξήγητοι από πρώτη όψη διθύραμβοι από την «άκρα Αριστερά» για έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο μπορούν να ερμηνευθούν με βάση τη συγκεκριμένη οπτική. Δεν προβάλλουν τη χειραφέτηση των μαζών, το ότι η μαζική πολιτική αναδύεται από φτωχό συγγενή σε υπολογίσιμο παράγοντα ακόμη και σε καπιταλιστικό καθεστώς, αλλά τα επιτεύγματα της διαχείρισης (μείωση του αναλφαβητισμού, εξάλειψη της φτώχειας, κλπ.) και κυρίως την αντίσταση στο αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Αλλά είναι γνωστό ότι ειδικά ο «φτωχός» χρειάζεται κάτι περισσότερο από την εξάλειψη της φτώχειας.

4 In the long run we will all be dead! (μτφρ.: μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί!).
Πηγή:http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=1199&Itemid=29

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου