Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ, ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ!

Του ΣΤΑΘΗ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ*

Διάχυτη είναι πλέον η αίσθηση ότι παρά τους τακτικισμούς της, η παρούσα κυβέρνηση απλώς κερδίζει χρόνο και ότι δύσκολα θα μπορέσει να αποφύγει την προσφυγή στις κάλπες την στγμή της προεδρικής εκλογής. Ενα ενδεχόμενο που ισοδυναμεί σχεδόν με βεβαιότητα με νίκη του Σύριζα. Η στιγμή της αλήθειας πλησιάζει λοιπόν και όλοι καταλαβαίνουν ότι από την έκβαση του εγχειρήματος μιας αριστερής κυβέρνησης θα κριθεί όχι μόνο η μελλοντική πορεία της χώρας αλλά, σε καθοριστικό βαθμό, και οι συσχετισμοί στην Ευρώπη.

Σε τέτοιες συνθήκες, η ρεαλιστική εκτίμηση του συσχετισμού δύναμης είναι ζωτικής σημασίας. Η επίκληση του «ρεαλισμού» στην πολιτική ταυτίζεται συνήθως με εκκλήσεις για μετριοπάθεια και αναζήτηση «ενδιάμεσων λύσεων». Σ'αυτήν την περίπτωση ο ρεαλισμός ανάγεται σε μια παραλλαγή διαχείρισης του υπάρχοντος, που φαντάζει ως μια «ασφαλής» επιλογή, που προφυλάσσει από περιπέτειες και άλματα στο κενό. Υπάρχουν όμως καταστάσεις όπου ακριβώς αυτός ο ρεαλισμός είναι ανέφικτος και καταδικασμένος σε αποτυχία. Οπου αντί να σταθεροποιεί, οξύνει τις αντιφάσεις και οδηγεί σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις, πολύ χειρότερες από αυτές που προσπαθούσε να αποτρέψει. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό μιας συγκυρίας βαθειάς κρίσης: καθιστά την καινοτομία αναγκαστική. Το όλο θέμα είναι βεβαίως τι είδους θα είναι αυτή, και προς ποιά κατεύθυνση θα ωθήσει τις εξελίξεις.

Μια τέτοια συγκυρία διέρχεται εδώ και τέσσερα χρόνια η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της ευρωζωνικής περιφέρειας, ενώ ακόμη και σε ορισμένες από τις μεγάλες χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου (Γαλλία και Ιταλία) τον τόνο των εξελίξεων δίνει ένα εκρηκτικό μείγμα παρατεταμένου οικονομικού μαρασμού, κοινωνικής σήψης και έρπουσας πολιτικής αστάθειας. Σε συνθήκες όπου το παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό φαίνεται όλο και περισσότερο αναλώσιμο, το ερώτημα που προκύπτει αφορά το είδος της στρατηγικής που συμπυκνώνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο εντός της ΕΕ, που (εννοείται χωρίς την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση) έχει αναλάβει την λειτουργία σχεδιασμού και συντονισμού των πολιτικών που εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο.

Η απάντηση είναι προφανής: η επιλογή ήταν το περαιτέρω σφιξίματος του νεοφιλελεύθερου κορσέ που είχε ήδη ορισθεί από τις ευρωπαϊκές συνθήκες και κωδικοποιηθεί λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση (1997) στο διαβόητο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Οι στόχοι της διατήρησης του δημοσιονομικού ελλείματος στο 3% και του δημόσιου χρέους στο 60% του ΑΕΠ, τους οποίους μόλις 3 από τις 28 χώρες της ΕΕ πληρούν, δεν κρίνονται πλέον επαρκείς. Η αναθεώρηση του συμφώνου Σταθερότητας τον Δεκέμβρη του 2011 με το «Εξαπλό πακέτο» (Six Pack) και το νέο Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2013 διαμορφώνουν ένα δρακόντειο πλαίσιο «λιτότητας στο διηνεκές» για όλη την ΕΕ. Στόχος είναι πλέον οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί («χρυσούς κανόνας») και η δέσμευση αποπληρωμής τουλάχιστον του ενός εικοστού του δημόσιου χρέους όταν αυτό υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ και τούτο έως ότου κατέβει σ'αυτό το όριο. Για να εφαρμοσθεί αυτό το πλαίσιο έχει στηθεί ένας σιδερένιος μηχανισμός επιτήρησης και πειθαναγκασμού του συνόλου των κρατών-μελών, στον οποίο εμπλέκονται η Κομισιόν, στην οποία υποβάλλονται προς έγκριση οι κρατικοί προϋπολογισμοί πριν υποβληθούν στα εθνικά κοινοβούλια, το Ευρωπαϊκό Σύμβούλιο, που αποφασίζει την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες (δηλαδή προστίμων που μπορούν να φθάσουν έως 0,2% του ΑΕΠ), και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στο οποίο επίσης αποδίδεται η δυνατότητα επιβολής παρόμοιων κυρώσεων.

Το κερασάκι στην τούρτα είναι ο ονομαζόμενος «κανονισμός διπλό πακέτου» (two-pack) που ισχύει από τον Μάϊο του 2013 και προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη που βρίσκονταν σε δανειστικά προγράμματα στις 30.5.2013, θα υποβληθούν σε μετα-προγραμματικό καθεστώς «ενισχυμένης επιτήρησης» έως ότου αποπληρωθεί το 75% του χρέους τους. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία ενός μηχανισμού απολύτως παρόμοιο με αυτόν των γνωστών Μνημονίων (υποχρέωση υπογραφής μνημονίου μακροοικονομικής προσαρμογής, έλεγχο της δημοσιονομικής κατάστασης μέσω τετράμηνων αξιολογήσεων, δέσμευση λήψης νέων «μέτρων» εφόσον θεωρηθούν αναγκαία από την εν λόγω αξιολόγηση κλπ.).

Ο στοιχειώδης ρεαλισμός επιβάλλει εδώ να αναγνωρισθεί ότι αυτό το διαρκώς επιδεινούμενο πλαίσιο είναι ασύμβατο με την ικανοποίηση απολύτως βασικών κοινωνικών στόχων, όπως αυτούς που εξήγγειλε ο πρόεδρος του Σύριζα στη ΔΕΘ. Η σύγκρουση είναι λοιπόν αναπόφευκτη. Αυτό προκύπτει εξάλλου και από τον σκαιό τρόπο με τον οποίο αποπέμφθηκε ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς όταν μετέβη στο Βερολίνο για να «διαπραγματευτεί» την αδυναμία άμεσης μείωσης του δημοσιονομικού ελλείματος στο 3% του ΑΕΠ, και αυτό παρά το πρωτοφανές πρόγραμμα περικοπών που μόλις είχε επιβάλλει η κυβέρνησή του και την καρατόμηση του πρώην υπουργού του επί των Οικονομικών, ο οποίος είχε τολμήσει να αμφισβητήσει την λιτότητα και την γερμανική πρωτοκαθεδρία εντός της ΕΕ.

Ρεαλισμός εδώ σημαίνει ότι η ελληνική κοινωνία και η αυριανή πολιτική της ηγεσία πρέπει να προετοιμάζεται παντοιοτρόπως, με τη δέουσα ψυχραιμία αλλά και και με αποφασιστικότητα, για μια αδυσώπητη αναμέτρηση με τις κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ. Μια αναμέτρηση στην οποία αναμφίβολα θα βρουν συμπαράστατες, αλλά και μελλοντικούς μιμητές, τις προοδευτικές δυνάμεις της Γηραιάς Ηπείρου αλλά και πέραν αυτής.


* Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία την Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014.
Πηγή: www.iskra.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου