Είναι τουλάχιστον δύο χρόνια – και πολύ περισσότερο μετά τις περυσινές
εκλογές – που λόγος πολύς γίνεται περί της παράξενης (για κάποιους/ες
από εμάς τουλάχιστον...) σιωπής των διανοουμένων για την πολύπλευρη
κρίση την οποία διάγει η χώρα μας επί σχεδόν μία τετραετία. Όντως
αξιολογότατοι άνθρωποι του πνεύματος και του πολιτισμού, ακόμα και των
επιστημών, πολλοί/ές από αυτούς/ές επιπλέον με περγαμηνές από ποικίλους
κοινωνικούς και δημόσιους αγώνες, τηρούν μιαν ανεξήγητη μα και
εκκωφαντική σιγή για τα τεκταινόμενα. Αλλά και όταν αρκετοί/ές εντέλει
ομιλούν είναι για να συνηγορήσουν απροσδόκητα αλλά και απροκάλυπτα υπέρ
των μνημονιακών πολιτικών ή για να συμμετάσχουν σε το λιγότερο
αμφιλεγόμενες πρωτοβουλίες όπως η πρόσφατη των «58 προσωπικοτήτων για
την ανασύσταση της κεντροαριστεράς».
Το ακόμα πιο παράξενο όμως είναι ότι τις περισσότερες φορές το κάνουν
αυτό όχι αρθρώνοντας απ' ευθείας και ξεκάθαρο πολιτικό λόγο (έστω και με
την μορφή της κατάθεσης προσωπικών τους απόψεων) αλλά ομνύοντας στην
ανάγκη της προστασίας του «αστικού συστήματος» (και του αναλόγου τρόπου
ζωής προφανώς) και της διατήρησης της «έννομης και συνταγματικής τάξης»
και είναι από αυτό ακριβώς το σημείο που δεν μπορούν παρά να αρχίσουν οι
πολύ σοβαρές αντιρρήσεις. Πριν απ' όλα σε εποχές όπως η δική μας όπου
τα πάντα απομυθοποιούνται και κυρίως επαναπροσδιορίζεται το νόημα τους η
λέξη «αστός» και τα παράγωγα της όχι μόνο δεν μπορεί να έχει την
παραμικρή υποτιμητική έννοια αλλά και το περιεχόμενο της έχει μεταβληθεί
κατά πολύ σε σχέση με αυτό που ήταν π. χ. κατά την Γαλλική Επανάσταση.
Κάνω λάθος ή αστός δεν είναι παρά ο κάτοικος του άστεως, δηλαδή ενός
ικανού μεγέθους πολεοδομικού συγκροτήματος, με άλλα λόγια όλοι και όλες
εμείς ή έστω όσοι/ες δεν ζούμε σε οικισμούς της περιφέρειας με πολύ
μικρό πληθυσμό; Θα ήταν λοιπόν υπερβολικό να ισχυριστώ ότι ο/η αστός/ή
εκ των πραγμάτων μετέχει σε έναν φύσει και θέσει δημοκρατικό χώρο και
τρόπο ζωής και άρα δεν μπορεί παρά να τιμά και να υπερασπίζεται την
συνταγματική τάξη αφού πριν απ' όλα αυτό είναι για το συμφέρον του/της
καθώς εγγυάται τόσο την δημοκρατία όσο και την προσωπική του/της
ασφάλεια, δικαιώματα μα και αξιοπρέπεια; Υπό αυτό το πρίσμα είναι νομίζω
προφανές ότι το «αστικό» και το «συστημικό» κάθε άλλο παρά ταυτίζονται
πάντα και αναγκαία, πολύ συχνά μάλιστα βρίσκονται σε πλήρη και κραυγαλέα
αντίθεση...
Τί προσπαθούν λοιπόν να μας πουν αυτοί οι σιωπώντες επί μακρόν και μετά έξαφνα λαλίστατοι διανοούμενοι μας; Ότι είναι δημοκρατικότεροι του υπολοίπου αστικού κόσμου, δηλαδή ημών των...απλών δημοκρατών ή μήπως συστημικότεροι του συστήματος; Γιατί αμφότερα και ταυτόχρονα είναι μάλλον αδύνατο για οποιoνδήποτε...Τολμώ να πω ότι αντί να σηκώνουν όσο υψηλότερα μπορούν τις μνημονιακές σημαίες τους (αλλά αντίστοιχα από την άλλη πλευρά και τις μονοσήμαντα αντιμνημονιακές, κάτι εξίσου στείρο και αναποτελεσματικό) θα έκαναν καλύτερα να καταβάλλουν περισσότερο κόπο και να χρησιμοποιούν τις γνώσεις, την εμπειρία και/ή το ταλέντο στο όποιο αντικείμενο τους για να καταθέσουν προσωπικά επεξεργασμένες και βασανισμένες θέσεις και προτάσεις ειδικά για την συγκυρία της δεινότατης γενικευμένης κρίσης που υφίσταται η Ελλάδα. Στις δεκαετίες του '60 και του '70 υπήρχε το λεγόμενο αντάρτικο πόλεων, μήπως η περίσταση απαιτεί από τους ανθρώπους του πνεύματος και του πολιτισμού να εξεγερθούν μετερχόμενοι/ες ενός άλλου, προσωπικού και (δια)νοητικού «αντάρτικου»; Μήπως αυτός δεν μπορεί παρά να είναι ο μοναδικός ρόλος του διανοούμενου στην χαλεπότατη υστεροκαπιταλιστική εποχή μας, είτε αυτοτοποθετείται στην ελίτ των ταγών είτε όχι και ανεξάρτητα από το αν είναι – ή αυτοαποκαλείται – οργανικός; Αρκεί να θυμηθούμε το κίνημα των Αγανακτισμένων των πλατειών για να καταλάβουμε ότι δεν επικρατεί, όχι συνέχεια έστω, η σιωπή των αστών, γιατί να δεχόμαστε ως φυσιολογική λοιπόν την σιωπή των (καλύτερων μας) μυαλών;
Οι τρόποι για να το ομιλήσει περισσότερο ή λιγότερο έμπρακτα ένας διανοούμενος είναι πολλοί και καθένας/μία μπορεί να βρει τον δικό του/της, έναν από αυτούς κατέδειξε ένα από τα πλέον και σε βάθος πολιτικοποιημένα – αν και εκ πεποιθήσεως ακομμάτιστα – βρετανικά συγκροτήματα, οι Manic Street Preachers με το τραγούδι «A Design For Life» από τον δίσκο τους του '96 «Everything Must Go». Πώς το κατόρθωσε αυτό το τρίο από την Ουαλία σε συνθήκες για την χώρα τους που ήδη έμοιαζαν πολύ με αυτές στις οποίες βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα; Μα ακριβώς επειδή μέρος των εκεί συνθηκών ήταν και ένας αληθινός και ουσιαστικός εκσυγχρονισμός και όχι ψευδεπίγραφος και στενά οικονομικίστικος όπως αυτός που επαγγελλόταν το ημέτερο πολιτικό σύστημα στα χρόνια της πρωθυπουργίας Σημίτη. Τέκνα μα συνάμα και δρώντα υποκείμενα μιας ήδη αρκούντως εκσυγχρονισμένης (και όχι εκσυγχρονιστικής, κάνει μεγάλη διαφορά) κοινωνίας ήταν οι Manic Street Preachers, αυτού του εκσυγχρονισμού της δημόσιας ζωής ήταν φορείς και πραγμάτωναν και ως τέτοιοι δεν μπορούσαν παρά να αντιταχθούν στον Τόνι Μπλερ ο οποίος ήταν τότε στο δεύτερο - εκ των συνολικά δέκα τριών - έτος της πρωθυπουργίας του και στο «σχέδιο για μια ζωή»/«σχέδιο ζωής» (ανάλογα με το ποιαν απόδοση του τίτλου του τραγουδιού προτιμάτε) που ήθελε να επιβάλλει στους ίδιους όπως και σε κάθε άλλον/η Βρετανό πολίτη/ίτιδα. Μπορούν όμως άραγε οι δικοί μας διανοούμενοι να αντιταχθούν στο σχέδιο που καθημερινά εξυφαίνει και υλοποιεί σε βάρος όλων μας η Τρόικα και τα εγχώρια εξαρτήματα της με έναν ανάλογα ουσιώδη τρόπο ή η σιωπή τους είναι ισχνό προκάλυμμα της αβουλίας, της ατολμίας και τελικά της ηχηρής αδυναμίας τους;
Οι βιβλιοθήκες μας έδωσαν δύναμη
Και μετά ήρθε η εργασία και μας απελευθέρωσε
Ποια να είναι τώρα η τιμή ενός επιπόλαιου κομματιού αξιοπρέπειας;
Εύχομαι να είχα ένα μπουκάλι
Εδώ μπροστά στο βρώμικο πρόσωπο μου για να σκουπίσω τα σημάδια
Να δείξω από που είμαι
Δεν μιλάμε για αγάπη, θέλουμε μόνο να μεθάμε
Και δεν μας επιτρέπεται να ξοδεύουμε
Καθώς μας λένε ότι αυτό είναι το τέλος
Ένα σχέδιο για μια ζωή
Ένα σχέδιο για μια ζωή
Ένα σχέδιο για μια ζωή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου