Φαρενάιτ 451
Η 10η Μαΐου του 1933 ήταν μια ιδιαίτερα ζεστή νύχτα για το Βερολίνο
Της Άννας Χατζησοφιά
Στην πλατεία Opemplatz η θερμοκρασία άγγιζε τους 232,777777777778 βαθμούς Κελσίου, ή τους 451 της κλίμακας Φαρενάιτ. Δεν ήταν η Άνοιξη που εκτόξευσε τον υδράργυρο. Μπροστά από το Πανεπιστήμιο Humboldt έκαιγε μια γιγάντια φωτιά. Γύρω της, μια περίεργη τελετουργία λάβαινε χώρα, υπό το βλέμμα του φιλοθεάμονος κοινού, που είχε συναθροιστεί από νωρίς για να πιάσει στασίδι.
Αγόρια και κορίτσια με στολές εισέρχονταν στην πλατεία παρελαύνοντας με στρατιωτικό βηματισμό. Προηγούνταν οι σημαιοφόροι με τυμπανοκρουσίες. Πίσω τους οι εθνοφρουροί με τα χακί και τα πηλίκια. Ακολουθούσαν αμαξίδια φορτωμένα με βιβλία. Τα βιβλία αδειάζονταν στο πλακόστρωτο και οι φοιτητές «αγωνιζόμενοι για την καθαρότητα του πολιτισμού τους» όπως έγραφαν σε άρθρο δυο μέρες πριν, με τάξη και φανατισμό τα έπαιρναν και τα έριχναν στην φωτιά. Όχι, δεν ήταν κάποιο Γερμανικό έθιμο αντίστοιχο με του Άη Γιάννη του Κλήδονα.
Αν ο κινηματογραφικός φακός που απαθανάτιζε την εκδήλωση ζούμαρε στα βιβλία, θα συνελάμβανε ονόματα όπως Τόμας Μαν, Στέφαν Τσβάιχ, Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, Τζακ Λόντον, Σίγκμουντ Φρόιντ, Τζωρτζ Χέρμπερτ Ουέλς, ανάμεσα σε τίτλους των Μαρξ και Λένιν. Ήταν μία ιδεολογικοπολιτική auto da fé, μια ομολογία πίστης στην εθνικοσοσιαλιστική βαρβαρότητα που επέλαυνε.
Γύρω στα μεσάνυχτα (με το ζόρι κρατιέμαι να μην κάνω λαϊκίστικους συνειρμούς με το σημαίνον της ώρας), ο Πάπας της ναζιστικής ιδεολογίας, που στις μέρες μας ενέχει και ρόλο άγιου, αφού πολλοί ομνύουν στα νάματα του, ο Γιόζεφ Γκαίμπελς πήρε θέση στο βήμα. Ένα απλό τραπέζι μπροστά από την φωτιά, σκεπασμένο μέχρι κάτω με την σημαία την φέρουσα τον αγκυλωτό, ένα είδος αντίστροφης Άγιας Τράπεζας. Ρεπόρτερ με σμόκιν και παπιγιόν, όπως αρμόζει σε μια τέτοια περίσταση, ή ίσως ντυμένοι κατάλληλα για την δεξίωση των Κρουπς που θα έπρεπε να καλύψουν μετά, ήταν έτοιμοι να αποτυπώσουν κάθε συλλαβή του με την πένα τους. Αξιωματικοί των Ες Ες με τις κομψές μαύρες Ούγκο Μπος στολές τους συμπλήρωναν το κάδρο. Ο δόκτωρ πάντα to the point ανακοινώνει ότι «Η εποχή των Εβραίων διανοουμένων τελείωσε» για να συγχαρεί στην συνέχεια την νεολαία, που «Αυτή την ώρα του μεσονυχτίου, ξορκίζει στις φλόγες το κακό πνεύμα του παρελθόντος».
Ακολούθησαν πολλές αντίστοιχες φιέστες σε άλλες γερμανικές πόλεις με τα Τάγματα Εφόδου, τα διαβόητα Ες-Α, να πρωτοστατούν. Πού να γνώριζαν ότι σύντομα, ένα χρόνο και σαράντα μέρες μετά, θα περνούσαν και οι ίδιοι, όχι δια πυρός, αλλά δια σιδήρου, στην Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών;
Στην Γερμανία του Χίτλερ, προτού ριχτούν οι άνθρωποι στην πυρά, ρίχτηκαν οι ιδέες τους. Αυτή είναι η συνήθης ακολουθία.
Κατά τις ημέρες του 36 ο Μανιαδάκης, ζηλώσας την δόξα του Γκαίμπελς, καταρτίζει κατάλογο με τα κατάλληλα προς καύση βιβλία. Με το Ιδιώνυμο ρίχνονται στην πυρά, εν μέσω αλαλαγμών χαράς από τους τραμπούκους και τους πληρωμένους αλήτες, όπως γράφει ο Σπύρος Λιναρδάτος, εκατοντάδες τόμοι Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Εκτός των γνωστών Μαρξ, Λένιν κλπ, κρίνονται ένοχοι ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι (σου λέει Ρώσοι, τίποτε παλιοκομμούνια θάναι), αλλά και ο Καρκαβίτσας και ο Παπαδιαμάντης. Ο Σοφοκλής και ο Αριστοφάνης την γλύτωσαν με απλή λογοκρισία. Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση στις εφημερίδες:
«Η εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν διά της πυρράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχήν Κυριακήν ώραν 8 μ.μ. εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς, προσκαλεί άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας 7 μ.μ. ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν».
Το 1965 ο Φρανσουά Τρυφώ γυρίζει το Φαρενάιτ 451 με σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Ραίυ Μπράντμπερι που δημοσιεύτηκε το 1953, είκοσι χρόνια μετά την πυρά στην πλατεία της Όπερας. Η ταινία αναφέρεται σε μια απροσδιόριστη μελλοντική εποχή, όπου ο όρος fireman, δεν υποδηλώνει τον πυροσβέστη, αλλά αυτόν που καίει τα βιβλία. Σ αυτή, την μελλοντική (;) εποχή, όλα τα βιβλία ανεξαιρέτως είναι απαγορευμένα. Η μόρφωση παρέχεται από το καθεστώς, μέσα από μία τεράστια, για τη εποχή του Τρυφώ συνηθισμένη για σήμερα, οθόνη τηλεόρασης πενήντα ιντσών που δεσπόζει στο σπίτι. Εκτός από τα βιβλία, συχνά καίγονται και οι κάτοχοι τους. Είπαμε πρώτα οι ιδέες μετά οι άνθρωποι. Ο Μπράντμπερι πάει ένα βήμα πιο πέρα. Οι ίδιοι οι άνθρωποι γίνονται τα βιβλία αφομοιώνοντας τα και ταυτιζόμενοι με αυτά. Συστήνονται με τους τίτλους τους.
-Είμαι ο Δαυίδ Κόπεφιλντ.
-Χαίρω πολύ, Τρυφερή είναι η Νύχτα.
Τη ρήση του Γκαίμπελς «Η εποχή των Εβραίων διανοουμένων τελείωσε», μου θυμίζει η συχνά πυκνά τελευταία λεγόμενη φράση, από τους νεοφιλελεύθερους κεντροδεξιούς μέχρι τους παραδοσιακούς ακροδεξιούς ότι «η μεταπολιτευτική ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς τελείωσε». Από την δήλωση μέχρι το άναμμα της πυράς είναι ένα σπίρτο δρόμος. Μήπως να υιοθετήσουμε την πρόταση του Φαρενάιτ 451 και να σωματοποιήσουμε με την ιδεολογία μας;
Υ.Γ.: Φαρενάιτ 451 είναι η θερμοκρασία στην οποία καίγεται το χαρτί.
Άννα Χατζησοφιά
REDNotebook10 Μαΐου 2013 - 12:02 πμ | Άννα Χατζησοφιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου